Υπάρχουν και νόμοι, υπάρχει και Δικαιοσύνη… Και στην ασυδοσία των εισπρακτικών εταιριών που χρησιμοποιούν τακτικές εκβιαστών, μπράβων και τοκογλύφων, οδηγώντας ανθρώπους στην απόγνωση, η Δικαιοσύνη απάντησε, ανοίγοντάς μας το δρόμο να διεκδικήσουμε και να κερδίσουμε αποζημιώσεις.
Έτσι λοιπόν, εάν έχετε απηυδήσει από τις συνεχείς ενοχλήσεις των αγενών τηλεφωνητών των εισπρακτικών εταιριών, ακόμα και για ασήμαντες οφειλές και σε ακατάλληλες ώρες και τόπους (πχ στη δουλειά σας), τώρα έχετε στα χέρια σας δεδικασμένο του Ειρηνοδικείου Αθηνών. Ακολουθήστε λοιπόν την πεπατημένη…
Συγκεκριμένα, το δικαστήριο, με την υπ’ αριθμ. 3383/2012 απόφαση, επιδίκασε αποζημίωση 3.000 ευρώ στον δικηγόρο Λ.Ντ., κρίνοντας ότι τα συνεχή και προσβλητικά τηλεφωνήματα που δεχόταν από εισπρακτική εταιρεία, για ανύπαρκτη οφειλή του, συνιστούν προσβολή για την προσωπικότητά του. Μάλιστα, με βάση την απόφαση του δικαστηρίου, «η προσβολή στην προσωπικότητα θα αναγνωριζόταν ακόμα και αν η οφειλή ήταν υπαρκτή».
Ουσιαστικά, το δικαστήριο έκρινε ότι οι εισπρακτικές εταιρίες δεν έχουν το δικαίωμα να πιέζουν παράνομα τους πολίτες, ακόμα και στην περίπτωση που εκείνοι πράγματι έχουν οφειλές προς κάποια τράπεζα. Αυτό σημαίνει πως οι καθημερινές τηλεφωνικές ενοχλήσεις, η με αγενή τρόπο υπενθύμιση της ύπαρξης οφειλών, οι κλήσεις σε τηλεφωνικούς αριθμούς της εργασίας τους ή η ενημέρωση τρίτων προσώπων για οφειλές των πελατών τραπεζών είναι ξεκάθαρα παράνομες.
“Να εξοφλήσεις το ποσό, δεν με νοιάζει”
Η ιστορία πάντως του δικηγόρου που κέρδισε τη συγκεκριμένη υπόθεση, κάθε άλλο παρά από τις σκληρότερες είναι, αφού έχουν υπάρξει καταγγελίες για εισπρακτικές που τηλεφωνούσαν σε γείτονες των οφειλετών, ή στους εργοδότες και τους συναδέλφους, στους συγγενείς τους και τους εξέθεταν.
Στις 29 Δεκεμβρίου του 2009, κατά τη διάρκεια απουσίας του από το δικηγορικό του γραφείο στην οδό Πανεπιστημίου, άγνωστος μπήκε σε αυτό και έκλεψε τον χαρτοφύλακα του κ. Ντ., μέσα στον οποίο είχε και την πιστωτική του κάρτα.
Την ίδια μέρα, ως όφειλε, ο δικηγόρος ειδοποίησε τηλεφωνικά τον αρμόδιο υπάλληλο της τράπεζας που είχε εκδώσει την πιστωτική κάρτα και ζήτησε την ακύρωσή της. Μάλιστα, ο υπάλληλος τον διαβεβαίωσε πως καμία ανάληψη δεν είχε γίνει στο μεταξύ από τον τραπεζικό λογαριασμό με τον οποίον ήταν συνδεδεμένη η κάρτα. Παράλληλα, ο κ. Ντ. μετέβη στο Τμήμα Ασφαλείας Εξαρχείων όπου και δήλωσε την κλοπή. Ήταν καλυμμένος. Ή έτσι νόμιζε.
Προς μεγάλη του έκπληξη, όμως, μετά από τέσσερις μήνες περίπου, υπάλληλος εισπρακτικής εταιρίας τηλεφώνησε στον κ. Ντ. και τον ενημέρωσε ότι οφείλει στην τράπεζα το ποσό των 1.100 ευρώ, από αναλήψεις που είχαν γίνει με την πιστωτική του κάρτα, που είχε… κλαπεί.
Αφού τηλεφώνησε στην τράπεζα για να διαμαρτυρηθεί για το γεγονός αυτό, υπέβαλε στη συνέχεια αίτηση αμφισβήτησης της εις βάρος του οφειλής – όπως ακριβώς τον συμβούλευσε να κάνει ο υπάλληλος της τράπεζας με τον οποίο συνομίλησε.
Παρά το γεγονός ότι εξήγησε στους υπαλλήλους της εισπρακτικής ακριβώς τι είχε συμβεί, συνέχισε να δέχεται καταιγισμό τηλεφωνημάτων από αυτούς, οι οποίοι με πιεστικό και αγενέστατο τρόπο του ζητούσαν να καταβάλει το ποσό στην τράπεζα.
Η κατάσταση μετά από λίγες ημέρες έγινε αφόρητη, καθώς η εισπρακτική τηλεφωνούσε εκτός από το κινητό και στο δικηγορικό του γραφείο, την ώρα που βρισκόταν εκεί και συζητούσε με πελάτες για υποθέσεις τους. Σε μία μάλιστα περίπτωση, στο τηλέφωνο του γραφείου απάντησε τρίτο πρόσωπο, συνεργάτης του, τον οποίο οι υπάλληλοι της εισπρακτικής ενημέρωσαν – ως μη όφειλαν – πλήρως για τη δήθεν οφειλή και από τον οποίο απαίτησαν να προτρέψει τον κ. Ντ. να εξοφλήσει την απαίτηση της τράπεζας.
Αγανακτισμένος ο κ. Ντ. πήρε τηλέφωνο ο ίδιος στην εισπρακτική για να βρει το δίκιο του. Όμως, κατά τη συνήθη τους πρακτική, ο ένας μετά τον άλλο, οι υπάλληλοι με τους οποίους μίλησε δήλωναν αναρμόδιοι.
Όταν τελικά κατάφερε να επικοινωνήσει με την προϊσταμένη της εισπρακτικής, εκείνη τον πληροφόρησε ότι είναι πολιτική της τράπεζας και της εισπρακτικής η συνεχής και επί ένα τρίμηνο όχληση του οφειλέτη!
Ο κ. Ντ., που κατά το παρελθόν δεν είχε το παραμικρό χρέος προς οποιονδήποτε, κατέθεσε αγωγή στο Ειρηνοδικείο Αθηνών, καταγγέλλοντας την προσβλητική και παράνομη συμπεριφορά της εισπρακτικής εταιρίας και ζητώντας χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη από την συμπεριφορά αυτή.
Το δικαστήριο απέρριψε την ένσταση για αοριστία που υπέβαλε η εισπρακτική και δικαίωσε τελικά τον ενάγοντα. Μπορείτε κι εσείς να κάνετε το ίδιο, αν σας ενοχλούν και σας προσβάλλουν την προσωπικότητα. Να μην ξεχνάτε, πως ακόμα και αν χρωστάτε, έχετε δικαιώματα και φυσικά αξιοπρέπεια, την οποία κανείς δεν δικαιούται να την καταπατά.
Σε διαφορετική περίπτωση, δείτε εδώ πώς μπορείτε να απαντάτε στους αγενείς υπαλλήλους των εισπρακτικών.
Ο νόμος και οι υποχρεώσεις των εισπρακτικών εταιρειών
Ως Εταιρείες Ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις (πρώην Εισπρακτικές Εισπρακτικές Εταιρείες) ορίζονται οι κεφαλαιουχικές εταιρίες που έχουν ως αποκλειστικό καταστατικό σκοπό την εξώδικη ενημέρωση οφειλετών για την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων και απαιτητών χρηματικών οφειλών τους έναντι δανειστών, πριν από τη διενέργεια δικαστικών πράξεων και το στάδιο έναρξης της αναγκαστικής εκτέλεσης, που προέρχονται από συμβάσεις πίστωσης και εγγύησης και νόμιμες εμπορικές συναλλαγές, όπως αγορές αγαθών, παροχή υπηρεσιών, χορήγηση δανείων, εγγυήσεων και πιστώσεων, χρήση πιστωτικών καρτών, καθώς και τη διαπραγμάτευση του χρόνου, του τρόπου και των λοιπών όρων αποπληρωμής των οφειλών, κατ’ εντολή και για λογαριασμό των δανειστών, σύμφωνα με τις αρχές που περιγράφονται κατωτέρω. Οι αρχές αυτές, οι οποίες αναφέρονται λεπτομερώς στον Ν. 3758/2009 («Εταιρείες Ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις και άλλες διατάξεις») τροποποιήθηκαν μερικώς με τον τελευταίο 4038/2012 («Επείγουσες ρυθμίσεις που αφορούν την εφαρμογή του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-215») και έχουν ως εξής:
Αρχές που διέπουν την ενημέρωση οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις
1. Η εν γένει επιχειρηματική δράση των Εταιρειών στην αγορά διέπεται από τις αρχές της επαγγελματικής δεοντολογίας, της ευπρέπειας, της συναλλακτικής ευθύτητας, της ειλικρίνειας κατά την επικοινωνία, της διαφάνειας, του σεβασμού της προσωπικότητας, της ιδιωτικής ζωής, της υγείας, της ασφάλειας, του τραπεζικού απορρήτου και της συμβατικής και οικονομικής ελευθερίας.
2. Η παρέμβαση των Εταιρειών αφορά αποκλειστικά και μόνο στην ενημέρωση των οφειλετών για την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων οφειλών τους έναντι δανειστών και τη διαπραγμάτευση του χρόνου, του τρόπου και των λοιπών όρων αποπληρωμής αυτών, κατ’ εντολή και για λογαριασμό των δανειστών. Απαγορεύεται στους δανειστές η σύναψη σύμβασης για τους σκοπούς του παρόντος νόμου με Εισπρακτικές Εταιρείες που δεν περιλαμβάνονται στο Μητρώο Εγγραφής Εταιριών, που τηρείται στο Υπουργείο Ανάπτυξης σε ηλεκτρονική μορφή και αναλύεται ειδικότερα παρακάτω. Δεν επιτρέπεται η ανάθεση εντολής ενημέρωσης για την ίδια ληξιπρόθεσμη οφειλή σε περισσότερες πλην μίας Εταιρείες Ενημέρωσης.
3. Απαγορεύεται η με οποιονδήποτε τρόπο είσπραξη από τις Εταιρείες ληξιπρόθεσμων οφειλών, καθώς και η ανάθεση μέρους ή της όλης δραστηριότητας αυτών, σε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο.
4. Πριν από κάθε ενέργεια Ενημέρωσης απαιτείται η από τον δανειστή προς τον οφειλέτη επιβεβαίωση των οφειλών με κάθε διαθέσιμο τρόπο και η ταυτοποίηση του οφειλέτη, καθώς και η ενημέρωση του για τη διαβίβαση των δεδομένων του στην Εταιρεία συμφώνως και προς το άρθρο 11 του ν. 2472/1997, ως εκάστοτε αυτός ισχύει. Η επικοινωνία με τον οφειλέτη πρέπει να γίνεται, σύμφωνα με τις αρχές της ως άνω παραγράφου 1, εντός εύλογου χρόνου και με συχνότητα οχλήσεων όχι πέραν της μίας ανά δεύτερη ημέρα. Η τηλεφωνική επικοινωνία στο χώρο εργασίας του οφειλέτη γίνεται, μόνο εφόσον ο συγκεκριμένος τηλεφωνικός αριθμός έχει δηλωθεί ως μοναδικός αριθμός επικοινωνίας από τον τελευταίο.
5. Η ανάθεση της Ενημέρωσης από τον δανειστή προς την Εταιρεία γίνεται εγγράφως ή μέσω σταθερού μέσου αποθήκευσης πληροφοριών. Οι διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α’) για το απόρρητο και την ασφάλεια της επεξεργασίας βαρύνουν αναλόγως και την Εταιρεία.
6. Δεν επιτρέπεται στον δανειστή η ανάθεση εντολής για Ενημέρωση οφειλετών για ληξιπρόθεσμες οφειλές που δεν εμπίπτουν στην έννοια της ληξιπρόθεσμης οφειλής που ορίζεται στον νόμο («Ληξιπρόθεσμη οφειλή: το χρηματικό ποσό που οφείλει από νόμιμη αιτία ο οφειλέτης προς τον δανειστή και το οποίο έπρεπε να έχει καταβληθεί σε δήλη ημέρα ή σε ορισμένη προθεσμία από την καταγγελία, εφόσον είχε ταχθεί τέτοια προθεσμία και κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό)ή έχουν υποβληθεί σε ρύθμιση ή διακανονισμό που τηρείται ή έχει παρέλθει ο χρόνος της παραγραφής. Δεν επιτρέπεται η ανάθεση εντολής Ενημέρωσης για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, οι οποίες απορρέουν από καταχρηστικούς γενικούς όρους συναλλαγών που έχουν κριθεί καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, καθώς και οι όροι που αναφέρονται στις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 21 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994 (ΦΕΚ 191 Α’), όπως εκάστοτε ισχύει.
7. Ο οφειλέτης δεν επιβαρύνεται με δαπάνες για την ανάθεση της Ενημέρωσης από τον δανειστή προς την Εταιρεία.
Αθέμιτες και παραπλανητικές πρακτικές Εισπρακτικών Εταιρειών προς οφειλέτες
Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες να προβαίνουν σε αθέμιτες και παραπλανητικές πρακτικές προς τους οφειλέτες, όπως:
1. Η, κατά την επικοινωνία με τον οφειλέτη, εμφάνιση των υπαλλήλων τους υπό ιδιότητες που δεν διαθέτουν όπως υπαλλήλων των δανειστών, δικηγόρων ή δικαστικών επιμελητών.
2. Η άσκηση σωματικής βίας, ψυχολογικής πίεσης περί διακινδύνευσης του επαγγέλματος, των περιουσιακών στοιχείων ή της ζωής του οφειλέτη ή των οικείων του.
3. Η επίδειξη προσβλητικής συμπεριφοράς ή η χρήση προσβλητικών εκφράσεων εναντίον του οφειλέτη ή και των οικείων του.
4. Η δυσφήμιση ή η απειλή δυσφήμισης του οφειλέτη στο οικογενειακό ή εργασιακό περιβάλλον του.
5. Η εκμετάλλευση περιστάσεων αντικειμενικής αδυναμίας του οφειλέτη.
6. Η απειλή λήψης μη νόμιμου μέτρου σε βάρος του.
7. Η παραπλανητική πληροφόρηση του οφειλέτη.
8. Οι κατ’ οίκον ή στο χώρο εργασίας του οφειλέτη επισκέψεις, καθώς και οι επισκέψεις σε άλλους χώρους αυστηρώς προσωπικούς, όπως νοσοκομεία.
9. Η όχληση των οικείων προσώπων του κατά την έννοια της περίπτωσης 4.
10. Η παραπλανητική χρήση και παρουσίαση εγγράφων που δημιουργούν εσφαλμένα την εντύπωση ότι πρόκειται για δικαστικά έγγραφα.
11. Η οποιαδήποτε επικοινωνία που περιλαμβάνει ανακριβείς πληροφορίες σχετικά με τις συνέπειες αθέτησης πληρωμών.
12. Η επικοινωνία για οφειλές οι οποίες απορρέουν από γενικούς όρους συναλλαγών που έχουν κριθεί κατά χρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, καθώς και οι όροι που αναφέρονται στις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 21 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994, όπως εκάστοτε ισχύει.
Ειδικές υποχρεώσεις Εισπρακτικών Εταιρειών
1. Οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται να διαθέτουν επαρκή διοικητική και τεχνολογική υποδομή που να περιλαμβάνει, τουλάχιστον, ένα ολοκληρωμένο τηλεφωνικό κέντρο και δίκτυο ηλεκτρονικών υπολογιστών. Οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται να απασχολούν υπαλληλικό προσωπικό τουλάχιστον μέσης εκπαίδευσης, το οποίο οφείλουν να επιμορφώνουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα σι σχέση με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο και ιδίως με τις διατάξεις του παρόντος και της νομοθεσίας περί προστασίας προσωπικών δεδομένων, με σκοπό την επίδειξη προσήκουσας, κατά το νόμο και τα συναλλακτικά ήθη, συμπεριφοράς έναντι των οφειλετών. Οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται να έχουν ελάχιστα ίδια κεφάλαια ύψους τριακοσίων πενήντα χιλιάδων (350.000) ευρώ.
2. Σε κάθε προφορική επικοινωνία με τον οφειλέτη, οι Εισπρακτικές Εταιρείες έχουν υποχρέωση να διαθέτουν εμφανή τον αριθμό προέλευσης κλήσης, να παρέχουν πλήρη και σαφή Ενημέρωση στους οφειλέτες, τόσο για το ονοματεπώνυμο του καλούντος υπαλλήλου και την ιδιότητα του, όσο και για τον αριθμό Μητρώου της Εταιρείας κατά την έννοια του άρθρου 7 και το σκοπό της επικοινωνίας τους. Σε κάθε δε έγγραφη επικοινωνία, είτε με επιστολή είτε με σταθερό μέσο, κατά την έννοια της παραγράφου 6 του άρθρου 3, οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται, πλέον των ανωτέρω, να αναγράφουν, την πλήρη εμπορική επωνυμία τους, την ταχυδρομική διεύθυνση της καταστατικής έδρας τους, με οδό, αριθμό, πόλη, ταχυδρομικό κώδικα, τηλεφωνικό αριθμό, αριθμό τηλεομοιοτυπίας και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, καθώς και τον αριθμό Μητρώου της Εταιρείας. Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες να αντιποιούνται με οποιονδήποτε τρόπο κατά την επικοινωνία τους με τους οφειλέτες την επωνυμία ή το διακριτικό τίτλο των δανειστών – εντολέων τους.
3. Εφόσον ζητηθεί από τον οφειλέτη, οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται να παρέχουν σε αυτόν εγγράφως και ατελώς πλήρη και ακριβή αναλυτικά στοιχεία για το ύψος και την προέλευση της ληξιπρόθεσμης οφειλής, κατά κεφάλαιο, τόκους, έξοδα και προσαυξήσεις, όπως αυτές έχουν προσδιορισθεί από τον δανειστή, εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την πρώτη προφορική επικοινωνία.
4. Οι εκάστοτε ανατιθέμενες ενέργειες Ενημέρωσης αποτυπώνονται με σαφήνεια στη σύμβαση που διέπει τις σχέσεις δανειστή και Εταιρείας.
5. Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες να ενεργούν πράξεις, οι οποίες ασκούνται αποκλειστικά από δικηγόρους ή δικαστικούς επιμελητές, όπως έρευνα στα υποθηκοφυλακεία ή κτηματολογικά γραφεία, παράσταση σε δημόσιες αρχές, κοινοποίηση δικαστικών ή εξώδικων πράξεων, κίνηση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης ή με οποιονδήποτε τρόπο συμμετοχή σε αυτήν, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα περί Δικηγόρων (ν.δ. 3026/1954, ΦΕΚ 235 Α’) και του Κώδικα Δικαστικών Επιμελητών (ν. 2318/1995, ΦΕΚ 126 Α’), όπως εκάστοτε ισχύουν. Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες να αναθέτουν τη δικαστική διεκδίκηση των οφειλών σε δικηγόρους και δικαστικούς επιμελητές της δικής τους επιλογής, έργο που ανήκει αποκλειστικά στους δανειστές.
6. Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες η πρόσβαση σε αρχεία οικονομικής συμπεριφοράς, όπως στην “ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε.”, ή σε άλλα αρχεία για τη διακρίβωση της πιστοληπτικής ικανότητας του οφειλέτη.
Προστασία απορρήτου
1. Οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται να μεριμνούν για την προστασία του επιχειρηματικού και προσωπικού απορρήτου. Ειδικότερα, οφείλουν να απέχουν από κάθε προσβολή προσωπικών δεδομένων του οφειλέτη και ιδιαίτερα των προσωπικών δεδομένων του σε ο,τι αφορά τα οικονομικά στοιχεία, όπως αριθμοί λογαριασμών, πιστωτικών καρτών, καταναλωτικά δάνεια, ηλεκτρονικές συναλλαγές, στα πλαίσια της κείμενης νομοθεσίας περί απορρήτου και προσωπικής ζωής του οφειλέτη και των αποφάσεων των ανεξάρτητων αρχών που είναι επιφορτισμένες με την τήρηση τους.
2. Ο δανειστής παρέχει στην Εταιρεία μόνο τα αναγκαία για την επικοινωνία στοιχεία των οφειλετών. Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες η γνωστοποίηση των στοιχείων σε τρίτους, με ή χωρίς αντάλλαγμα, καθώς και η χρήση τους για άλλους σκοπούς. Ως τρίτοι, κατά την έννοια του παρόντος νόμου, θεωρούνται και οι θυγατρικές εταιρίες των Εταιρειών.
3. Εφόσον οι Εισπρακτικές Εταιρείες προβαίνουν, στο πλαίσιο ανάθεσης από τους δανειστές, σε ρύθμιση ή διακανονισμό οφειλής, επιτρέπεται η καταγραφή των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων με τον οφειλέτη, μετά από ενημέρωση του, για το σκοπό παροχής αποδεικτικών στοιχείων της πραγματοποιηθείσας εμπορικής συναλλαγής. Στις περιπτώσεις απλής ενημέρωσης για την οφειλή η καταγραφή δεν επιτρέπεται. Υπεύθυνος επεξεργασίας του σχετικού αρχείου είναι ο δανειστής, ο οποίος μπορεί να αναθέσει την τήρηση του στην Εταιρεία. Ο δανειστής οφείλει να ενημερώσει τον οφειλέτη για την εν λόγω επεξεργασία.
Σχέσεις Εισπρακτικών Εταιρειών με δανειστές
1. Κάθε Εταιρεία οφείλει να παρέχει διαφανείς, επαγγελματικές και αποτελεσματικές υπηρεσίες προς τους δανειστές. Η τυχόν ύπαρξη διακανονισμού μεταξύ οφειλέτη και δανειστή αναστέλλει κάθε ενέργεια της Εταιρείας προς όχληση του οφειλέτη για όσο χρονικό διάστημα τηρείται ο διακανονισμός.
2. Με επιμέλεια και ευθύνη του δανειστή, οι επί τη βάσει της σύμβασης μεταξύ αυτού και της Εταιρείας επί μέρους εντολές πρέπει να καθορίζουν με πληρότητα, τις σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου απαιτήσεις κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα.
3. Κάθε δανειστής υποχρεούται να παρέχει εντολή προς ενημέρωση μόνο για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, κατά την έννοια της παραγράφου 4 του άρθρου 3, οι οποίες δεν απορρέουν από καταχρηστικούς γενικούς όρους συναλλαγών που έχουν κριθεί καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, καθώς και οι όροι που αναφέρονται στις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 21 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994, τηρώντας τις διατάξεις περί απορρήτου και περί προστασίας προσωπικών δεδομένων των πελατών του. Παράβαση της υποχρέωσης αυτής επάγεται αστική ευθύνη του δανειστή προς αποζημίωση της Εταιρείας και του οφειλέτη.
Απαγορεύεται στους δανειστές, επί ποινή ακυρότητας, να συνάπτουν συμβάσεις με Εισπρακτικές Εταιρείες, οι οποίες δεν είναι εγγεγραμμένες στο Μητρώο Εταιριών που τηρείται στο Υπουργείο Ανάπτυξης. Η παράβαση των διατάξεων αυτών επισύρει την επιβολή των προβλεπόμενων στο άρθρο 10 κυρώσεων, τόσο σε βάρος των δανειστών όσο και σε βάρος των Εταιρειών.
4. Δεν επιτρέπεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες να παρεκκλίνουν από τις εντολές του δανειστή ούτε και η αμοιβή τους να συνδέεται με την επιλογή εκ μέρους του οφειλέτη συγκεκριμένου τρόπου αποπληρωμής. Απαγορεύεται η εκχώρηση από δανειστή ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων προς είσπραξη, είτε προς Εταιρείες Ενημέρωσης υπό την έννοια της παραγράφου 3 του άρθρου 3 είτε προς οποιονδήποτε τρίτο.
5. Παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου θεμελιώνει και εις ολόκληρον ευθύνη του δανειστή και της Εταιρείας έναντι του οφειλέτη.
Κυρώσεις
1. Με την επιφύλαξη των κειμένων διατάξεων για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως των νόμων 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α’) και 3471/2006 (ΦΕΚ 133 Α’) και άλλων ειδικότερων διατάξεων, με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης επιβάλλεται σε βάρος των Εταιρειών που παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος νόμου πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ. Σε περίπτωση υποτροπής το ανώτατο όριο προστίμου διπλασιάζεται και ο Υπουργός Ανάπτυξης μπορεί να διατάξει και την προσωρινή διαγραφή της Εταιρείας από το Μητρώο για χρονικό διάστημα από ένα (1) έως έξι (6) μήνες και, σε περίπτωση περαιτέρω υποτροπής, μπορεί να διατάξει την οριστική διαγραφή της Εταιρείας.
2. Τα ποσά των προστίμων που επιβάλλονται αποτελούν δημόσιο έσοδο και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974, ΦΕΚ 90 Α’) και μπορεί να αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης.
3. Η επιβολή των ως άνω διοικητικών κυρώσεων είναι ανεξάρτητη από κάθε άλλη αστική, ποινική ή πειθαρχική κύρωση που τυχόν προβλέπεται σε βάρος των Εταιρειών από τον παρόντα νόμο και την κείμενη νομοθεσία.
Υπηρεσία Τήρησης του Μητρώου Εγγραφής Εισπρακτικών Εταιρειών
Στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης συνιστάται αυτοτελές Τμήμα Μητρώου για την τήρηση και διαχείριση του Μητρώου, τη χορήγηση βεβαίωσης εγγραφής, τη διαχείριση του Μητρώου, τη διαχείριση των υποβαλλόμενων καταγγελιών, τη διενέργεια ελέγχων για την τήρηση της κείμενης νομοθεσίας και την καταχώρηση των ανωτέρω κυρώσεων που επιβάλλονται, καθώς και τη διαγραφή από το Μητρώο Εταιριών.
7. Το τμήμα αυτό στελεχώνεται από υπαλλήλους που υπηρετούν στο Υπουργείο Ανάπτυξης, υπό κάθε υπηρεσιακή κατάσταση που προβλέπεται στον Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών και Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, ΦΕΚ 26 Α’). Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται οι ειδικότερες λεπτομέρειες για την οργάνωση, τη λειτουργία του τμήματος, τη διαδικασία ελέγχου, τη συνεργασία των κλιμακίων ελέγχου με συναρμόδιες υπηρεσίες και φορείς, την έναρξη λειτουργίας του, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα και ειδική λεπτομέρεια. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης ρυθμίζονται τα θέματα αμοιβής των μελών των κλιμακίων ελέγχων.
Υπόδειγμα εξωδίκου για τη διεκδίκηση αποζημίωσης από την τράπεζα
Η εφημερίδα «Το Χωνί» δημοσίευσε υπόδειγμα εξωδίκου προς τις τράπεζες για την διεκδίκηση αποζημίωσης η οποία ξεκινάει από τα 5500 ευρώ περίπου.
Ακολουθεί το υπόδειγμα
ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΑΝΤΟΣ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΑΡΧΗΣ
Ε Ξ Ω Δ Ι Κ Η Δ Η Λ Ω Σ Η – Π Ρ Ο Σ Κ Λ Η Σ Η
ΜΕΤ’ ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΩΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ
Τ… ……………………………………………………………………………………., του ……………………………………….., κατοίκου ………………………………, οδός………………………………………., αριθμ …………..
ΠΡΟΣ
Την ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «……………………………», που εδρεύει στ…… ………………………., οδός …………………………………., αριθμός ……………………………………., νομίμως εκπροσωπούμενη.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΗ ΠΡΟΣ
Τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών ……………………….
Α. Με το Ν. 2472/1997 “Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” – ο οποίος εκδόθηκε για την προσαρμογή της Ελληνικής νομοθεσίας, σύμφωνα με τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης του 1981 (που κυρώθηκε με το Ν. 2068/1992) και την 95/46/ΕΚ Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου τής Ευρωπαϊκής Ένωσης της 24-10-1995 “Για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι τής επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών” – ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα : Στο άρθρο 1 ότι : “Αντικείμενο του παρόντος νόμου είναι η θέσπιση των προϋποθέσεων για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς προστασία των δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών των φυσικών προσώπων και ιδίως τής ιδιωτικής ζωής”, στο άρθρο 2, ότι : “Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου νοούνται ως α) “δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα” κάθε πληροφορία που αναφέρεται στο υποκείμενο των δεδομένων … β) “Ευαίσθητα δεδομένα” τα δεδομένα που αφορούν τη φυλετική ή εθνική προέλευση, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, τη συμμετοχή σε ένωση, σωματείο και συνδικαλιστική οργάνωση, την υγεία, την κοινωνική πρόνοια και την ερωτική ζωή, καθώς και τα σχετικά με ποινικές διώξεις ή καταδίκες, γ) “υποκείμενο των δεδομένων” το φυσικό πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί, δηλαδή μπορεί να προσδιορισθεί αμέσως ή εμμέσως, ιδίως βάσει του αριθμού ταυτότητας ή βάσει ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων στοιχείων που χαρακτηρίζουν την υπόσταση του από άποψη φυσική, βιολογική, ψυχική, οικονομική, πολιτιστική, πολιτική ή κοινωνική, δ) “επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” (“επεξεργασία”) κάθε εργασία ή σειρά εργασιών που πραγματοποιείται από το Δημόσιο ή από νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου ή ένωση προσώπων ή φυσικό πρόσωπο με ή χωρίς τη βοήθεια αυτοματοποιημένων μεθόδων και εφαρμόζονται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η διατήρηση ή αποθήκευση, η τροποποίηση, η εξαγωγή, η χρήση, η διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλης μορφής διάθεση, η συσχέτιση ή ο συνδυασμός, η διασύνδεση, η δέσμευση (κλείδωμα), η διαγραφή, η καταστροφή …, ζ) “Υπεύθυνος επεξεργασίας” οποιοσδήποτε καθορίζει το σκοπό και τον τρόπο επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως φυσικό ή νομικό πρόσωπο, δημόσια αρχή ή υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός …, η) “Εκτελών την επεξεργασία” οποιοσδήποτε επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για λογαριασμό υπεύθυνου επεξεργασίας, όπως φυσικό ή νομικό πρόσωπο, δημόσια αρχή ή υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός, θ) “Τρίτος” κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, δημόσια αρχή ή υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός, εκτός από το υποκείμενο των δεδομένων, τον υπεύθυνο επεξεργασίας και τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να επεξεργάζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, εφόσον ενεργούν υπό την άμεση εποπτεία ή για λογαριασμό του υπευθύνου επεξεργασίας, ι) “Αποδέκτης”, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχή ή υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός, στον οποίο ανακοινώνονται ή μεταδίδονται τα δεδομένα, ανεξαρτήτως αν πρόκειται για τρίτο ή όχι, ια) “Συγκατάθεση” του υποκειμένου των δεδομένων, κάθε ελεύθερη, ρητή και ειδική δήλωση βουλήσεως, που εκφράζεται με τρόπο σαφή και εν πλήρη επιγνώσει και με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων, αφού προηγουμένως ενημερωθεί, δέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Η ενημέρωση αυτή περιλαμβάνει πληροφόρηση τουλάχιστον για τον σκοπό της επεξεργασίας, τα δεδομένα ή τις κατηγορίες των δεδομένων που αφορά η επεξεργασία, τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και το όνομα, την επωνυμία και τη διεύθυνση του υπεύθυνου επεξεργασίας και του τυχόν εκπροσώπου του …”
Στο άρθρο 3 παρ. 1 ορίζεται ότι οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται στην εν όλω ή εν μέρει αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία περιλαμβάνονται ή πρόκειται να περιληφθούν σε αρχείο.
Στο άρθρο 4 παρ. 1 ορίζεται ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για να τύχουν νόμιμης επεξεργασίας πρέπει: α) να συλλέγονται κατά τρόπο θεμιτό και νόμιμο για καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς και να υφίστανται θεμιτή και νόμιμη επεξεργασία εν όψει των σκοπών αυτών, β) …, γ) … Στο άρθρο 5 παρ. 1 ορίζεται ότι επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται μόνον όταν το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει την συγκατάθεση του, ενώ στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η επεξεργασία και χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου όταν α) η επεξεργασία είναι αναγκαία για την εκτέλεση σύμβασης, στην οποία συμβαλλόμενο μέρος είναι υποκείμενο δεδομένων, β) …, γ) κ.λ.π. ε) η επεξεργασία είναι απολύτως αναγκαία για την ικανοποίηση του εννόμου συμφέροντος που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο τρίτος ή οι τρίτοι στους οποίους ανακοινώνονται τα δεδομένα και υπό τον όρο ότι τούτο (έννομο συμφέρον) υπερέχει προφανώς των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των προσώπων τα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και δεν θίγονται οι θεμελιώσεις ελευθερίες αυτών. Με το άρθρο 7 παρ. 1 ορίζεται ότι απαγορεύεται η συλλογή και η επεξεργασία “ευαίσθητων δεδομένων” ενώ στην παρ. 2 του άρθρου αυτού απαριθμούνται οι περιπτώσεις στις οποίες επιτρέπεται κατ` εξαίρεση η συλλογή των δεδομένων αυτών. Στο άρθρο 10 παρ. 1 ορίζεται ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι απόρρητη. Διεξάγεται αποκλειστικά και μόνο από πρόσωπα που τελούν υπό τον έλεγχο του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία και μόνο κατ’ εντολή του.
Με τις παραγράφους 2 και 3 του ίδιου άρθρου ορίζονται οι υποχρεώσεις του υπευθύνου επεξεργασίας για την επιλογή προσώπων με αντίστοιχα επαγγελματικά προσόντα, παρέχοντα επαρκείς εγγυήσεις από πλευράς τεχνικών γνώσεων και προσωπικής ακεραιότητας για την τήρηση του απορρήτου (παρ. 2) και για την λήψη κατάλληλων οργανωτικών και τεχνικών μέσων για την ασφάλεια των δεδομένων κ.λ.π. (παρ. 3), ενώ με την παρ. 4 ορίζεται “Αν η επεξεργασία διεξάγεται για λογαριασμό του υπευθύνου από πρόσωπο μη εξαρτώμενο από αυτόν η σχετική ανάθεση γίνεται υποχρεωτικά εγγράφως”. Η ανάθεση προβλέπει υποχρεωτικά ότι ο ενεργών την επεξεργασία τη διεξάγει μόνον κατ’ εντολή του υπευθύνου και ότι οι λοιπές υποχρεώσεις του παρόντος άρθρου βαρύνουν αναλόγως και αυτόν.
Με το άρθρο 11 παρ. 1 ορίζεται ότι “ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει, κατά το στάδιο συλλογής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα να ενημερώνει, με τρόπο πρόσφορο και σαφή το υποκείμενο για τα εξής τουλάχιστον στοιχεία : … β) το σκοπό της επεξεργασίας, γ) τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων” και με την παρ. 2 του εν λόγω άρθρου ορίζεται ότι “εάν κατά τη συλλογή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ο υπεύθυνος επεξεργασίας ζητεί την συνδρομή του υποκειμένου, οφείλει να το ενημερώνει ειδικώς και εγγράφως για τα στοιχεία της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, καθώς και για τα δικαιώματα του, σύμφωνα με τα άρθρα 11 έως 13 του παρόντος νόμου …”,ενώ με την παρ. 3 του άρθρου αυτού ορίζεται ότι “εάν τα δεδομένα ανακοινώνονται σε τρίτους το υποκείμενο ενημερώνεται για την ανακοίνωση πριν από αυτούς”. Με το άρθρο 23 παρ. 1 ορίζεται ότι “φυσικό ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, που κατά παράβαση του παρόντος νόμου προκαλεί περιουσιακή βλάβη, υποχρεούται σε αποζημίωση. Αν προκάλεσε ηθική βλάβη υποχρεούται σε χρηματική ικανοποίηση. Η ευθύνη υπάρχει και όταν ο υπόχρεος όφειλε να γνωρίζει την πιθανότητα να επέλθει βλάβη σε άλλον”. Με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι “Η κατά το άρθρο 932 Α.Κ. χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης για παράβαση του παρόντος νόμου ορίζεται κατ` ελάχιστον στο ποσό των 2.000.000 δραχμών, εκτός εάν ζητήθηκε από τον ενάγοντα μικρότερο ποσό ή η παράβαση οφείλεται σε αμέλεια. Η χρηματική αυτή ικανοποίηση επιδικάζεται ανεξαρτήτως από την αιτούμενη αποζημίωση για περιουσιακή βλάβη”.
Από τις διατάξεις που προαναφέρθηκαν προκύπτει ότι η ρύθμιση του Ν. 2472/1997 συμπληρώνει το προϋπάρχον αυτού νομικό πλαίσιο (άρθρα 2 παρ. 1, 5 παρ. 1, 9 παρ. 1 εδ. 2 και 19 του Συντάγματος, άρθρο 57 του Α.Κ. κ.λ.π.), συγκεκριμενοποιεί τον ευρύτερο κανόνα προστασίας της προσωπικότητας του άρθρου 57 του Α.Κ. και διευρύνει την έννοια των παράνομων προσβολών της προσωπικότητας σε σχέση με το άρθρο 57 Α.Κ., ώστε να θεωρείται – κατ` αρχήν – απαγορευμένη κάθε επέμβαση στα προσωπικά δεδομένα άλλου (ευμενή ή δυσμενή), χωρίς την τήρηση ορισμένων διατυπώσεων που τάσσονται από τις διατάξεις του νόμου (βλ. μελέτη Μιχ. Σταθόπουλου σε ΝοΒ τόμος 48 σελ. 1-19).
Έτσι ο Ν. 2472/1997 απαγορεύει την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων φυσικού προσώπου, όταν γίνεται, πλην άλλων περιπτώσεων και χωρίς την προηγουμένη ενημέρωση του υποκειμένου των δεδομένων, δικαίωμα που προστατεύεται αυτοτελώς αλλά αποτελεί και την προϋπόθεση για την αποτελεσματική άσκηση των δικαιωμάτων πρόσβασης και αντίρρησης του υποκειμένου των δεδομένων (βλ. εισηγ. Εκθεση ν. 2472/1997 στο ΝοΒ 1997 σλ. 505).
Σύμφωνα δε, με τις διατάξεις που προαναφέρθηκαν ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει -μετά τη συλλογή των σχετικών δεδομένων και πριν από τη διαβίβαση τους σε τρίτους – να ενημερώνει για τη συλλογή και διαβίβαση τα υποκείμενα των δεδομένων, μεταξύ άλλων και για τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων του (είτε πρόκειται για αποδέκτες στους οποίους προβλέπεται η μεταβίβαση των δεδομένων ήδη από το στάδιο της συλλογής, είτε πρόκειται για αποδέκτες που προστέθηκαν αργότερα). Η σχετική ενημέρωση πρέπει να γίνεται το αργότερο πριν από την μετάδοση των προσωπικών δεδομένων στους αποδέκτες-τρίτους. Εξάλλου, ο τρίτος-αποδέκτης ο οποίος κατά τον ν. 2472/1997 (άρθρο 2 παρ. δ) ασκεί και αυτός επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, οφείλει μόλις έλθει σε πρώτη επαφή με το υποκείμενο των δεδομένων να το ενημερώσει εγγράφως για την πρόθεση του να κάνει χρήση των δεδομένων του, για τον σκοπό της χρήσης και για τον υπεύθυνο επεξεργασίας αυτών, από το αρχείο του οποίου θα γίνει η άντληση των δεδομένων (σύμφωνα με τις με αρ. 050/20-1-2000 και 109/31-3-1999 Αποφάσεις της Αρχής).
Τέλος, εάν στο υποκείμενο των δεδομένων έχει προκληθεί ηθική βλάβη από πράξεις του υπευθύνου επεξεργασίας και του αποδέκτη αυτών (ή των οργάνων τους) κατά παράβαση των διατάξεων του Ν. 2472/1997 (παράνομα) και όταν αυτοί όφειλαν να γνωρίζουν την πιθανότητα επέλευσης της βλάβης, τότε παρέχεται στον πρώτο η κατά το άρθρο 932 Α.Κ. αξίωση χρηματικής ικανοποίησης για την ηθική του βλάβη, η οποία ορίζεται κατ` ελάχιστο όριο στο ποσό των 2.000.000 δρχ. (ή 5.869,61 ευρώ), εκτός αν ζητήθηκε μικρότερο ποσό ή η παράβαση που προκάλεσε την ηθική βλάβη οφείλεται σε αμέλεια (βλ. ΕφΑθ 3833/2003 Τρ. Νομ. Πλ. ΝΟΜΟΣ).
Η ευθύνη εξ άλλου του προκαλούντος ηθική βλάβη στο υποκείμενο των προσωπικών δεδομένων, για χρηματική ικανοποίηση του τελευταίου είναι νόθος αντικειμενική και προϋποθέτει συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη) που παραβιάζει τις διατάξεις του Ν. 2472/1997 ή (και) των κατ` εξουσιοδότηση αυτού κανονιστικών πράξεων της Αρχής, β) ηθική βλάβη γ) αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της συμπεριφοράς και της ηθικής βλάβης και δ) υπαιτιότητα, ήτοι γνώση ή υπαίτια άγνοια, αφενός των περιστατικών που συνιστούν την παράβαση και αφετέρου τής πιθανότητας να επέλθει η ηθική βλάβη. Η ύπαρξη υπαιτιότητας τεκμαίρεται και ως εκ τούτου ο προκαλών την ηθική βλάβη, προκειμένου να απαλλαγεί από την ευθύνη του, έχει το βάρος να αποδείξει ότι ανυπαιτίως αγνοούσε τα θεμελιωτικά του πταίσματος του πραγματικά γεγονότα (Α.Π. 1923/2006, Τρ. Νομ. Πλ. ΝΟΜΟΣ). Όλα τα παραπάνω έχουν νομολογηθεί με την 2887/2010 απόφαση του Εφετείου Αθηνών.
Β. Επειδή, εσείς δια πράξεων ή/και παραλείψεών σας φέρεστε να έχετε διαβιβάσει προσωπικά μου δεδομένα σε άγνωστο κύκλο ανθρώπων, αν και δεν έχετε τέτοιο δικαίωμα και ήδη με την παρούσα μου αρνούμαι ρητώς να σας το χορηγήσω ή/και να συναινέσω στην άσκησή του υφ’ Υμών.
Επειδή, ήδη, με τις αλλεπάλληλες τηλεφωνικές και εξώδικες οχλήσεις σας, έχετε δημιουργήσει αφόρητη ψυχολογική κατάσταση, ενδοοικογενειακά προβλήματα και προβλήματα υγείας, καθώς προσπαθείτε δια της ασκήσεως κάθε μορφής βίας να με αναγκάσετε εν τοις πράγμασι να υπαναχωρήσω από τις ένδικες αξιώσεις μου, γεγονός το οποίο ουδόλως επιθυμώ και ήδη αποκρούω.
Επειδή, περαιτέρω, εσείς δια των νομίμων εκπροσώπων και προστηθέντων Σας ευθύνεστε αποκλειστικώς και κατά πλήρη υπαιτιότητα για την διαμορφωθείσα αυτή αφόρητη κατάσταση.
Επειδή, απαγορεύεται η επεξεργασία των προσωπικών μου δεδομένων, παρά μόνο τηρουμένων των όρων του Νόμου.
Επειδή, ουδέποτε και με κανέναν τρόπο δεν ενημερώθηκα, για την διαβίβαση και επεξεργασία των προσωπικών μου δεδομένων από οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο.
Επειδή, ουδέποτε συναίνεσα σε τέτοια ενέργεια, δηλαδή σε ενέργεια διαθέσεως και διαχειρίσεως των προσωπικών μου δεδομένων από τρίτο, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ρητά ή σιωπηρά και ήδη Σας δηλώνω ότι τέτοια διαβίβαση και διαχείριση με βρίσκει κάθετα αντίθετη.
Επειδή, η ενημέρωση αυτή πρέπει να γίνεται το αργότερο πριν από την μετάδοση των προσωπικών δεδομένων στους αποδέκτες-τρίτους.
Επειδή, καμιά εκ των ανωτέρω νομικών επιταγών Εσείς δεν τηρήσατε.
Επειδή, εξ αυτής της αιτίας και της όλως παράνομης συμπεριφοράς Σας, δύναμαι να έχω υποστεί ηθική βλάβη και προσβολή της προσωπικότητάς μου, τις οποίες ρητά επιφυλάσσομαι να αποδείξω και την αποκατάσταση των οποίων επιφυλάσσομαι να αξιώσω ενώπιον παντός αρμοδίου Δικαστηρίου.
Επειδή, συνεπώς, δυνάμει των ανωτέρω και από της λήψεως της παρούσας είναι απαράδεκτη και ουσία αβάσιμη οποιαδήποτε όχληση απευθύνετε προς εμένα, προφορικώς, τηλεφωνικώς, εξωδίκως και γραπτώς, προκειμένου για την υπενθύμιση ληξιπρόθεσμων οφειλών μου προς την Τράπεζά Σας, ενόψει της ιδρύσεως της εκκρεμοδικίας.
Επειδή, επομένως κάθε όχλησή σας συνιστά καταχρηστική άσκηση δικαιώματος.
Επειδή, άλλως, κάθε τέτοια όχληση ήδη μου προκαλεί βλάβη κατά τις σχετικές διατάξεις του 914επ και 52 ΑΚ, μη αποκλειομένης περαιτέρω ποινικής ευθύνης των υπευθύνων, αιτίες για τις οποίες ρητώς επιφυλάσσομαι να επιδιώξω την ικανοποίηση κάθε θετικής, αποθετικής και ηθικής μου βλάβης ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων.
Επειδή, εξάλλου και σε περίπτωση μη συμμορφώσεώς σας με την παρούσα δήλωσή μου, προτίθεμαι να προσφύγω στη Δικαιοσύνη προκειμένου για την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης, με την λήψη ασφαλιστικών μέτρων σε βάρος της Τράπεζάς σας και την συνακόλουθη αυτής λήψη προσωρινής διαταγής του αρμοδίου Δικαστηρίου.
Επειδή, άλλως και επικουρικώς, κατά τη συνομολόγηση των ανωτέρω δανειακών συμβάσεων, υπέγραψα συμβάσεις περιέχουσες Γενικούς Όρους Συναλλαγών, η εγκυρότητα ή ακυρότητα των οποίων κρίνεται από τα Δικαστήρια της ουσίας.
Επειδή, εκ της ως άνω επικουρικά προβαλλομένης βάσης, ήδη εγώ, θεωρώ προϊόν παράνομης, άλλως άκυρης ως καταχρηστικής συμπεριφοράς σας την θέση της υπογραφής μου επί των ενδίκων δανειακών συμβάσεων.
Επειδή, πληρεξούσιο και αντίκλητό μου διορίζω τ… ……………………, κάτοικο ……………………., οδός ………………………., αριθμός ……, (τηλ……………………………., 69……………….), προς τον οποίο και μόνο μπορείτε να κοινοποιείτε/επιδίδετε κάθε έγγραφη όχληση καθώς και προς αυτόν να απευθύνετε κάθε τηλεφωνική Σας κλήση, μη θεωρουμένων αυτών ως νομίμων αλλά στο πλαίσιο του ζήλου Σας, προκειμένου να «ενημερώσετε» περί των ληξιπροθέσμων οφειλών μου, στις οποίες ήδη σας έχω γνωρίσει προσηκόντως ότι δεν μπορώ να ανταποκριθώ.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Και με τη ρητή επιφύλαξη παντός νομίμου δικαιώματός μου, έστω και μη ρητώς αναφερομένου στο σώμα της παρούσας
ΣΑΣ ΚΑΛΩ
Όπως, από τη λήψη της παρούσας, παύσετε αμέσως και απολύτως οποιαδήποτε ενέργεια όχλησης προς εμένα καθ’ οιονδήποτε τρόπο, οποτεδήποτε από της λήψεως της παρούσας και για το μέλλον,
Όπως παύσετε αμέσως και απολύτως οποιαδήποτε ενέργεια διάθεσης των προσωπικών μου δεδομένων, που άπτονται του τραπεζικού μου απορρήτου, σε κάθε τρίτο (φυσικό η νομικό) πρόσωπο.
Όπως, από τη λήψη της παρούσας, παύσετε αμέσως και απολύτως οποιαδήποτε ενέργεια διαχείρισης των προσωπικών μου δεδομένων που άπτονται του τραπεζικού μου απορρήτου από τρίτο (φυσικό η νομικό) πρόσωπο, στο οποίο Εσείς εγχειρίσατε τα στοιχεία αυτά.
Όπως, από τη λήψη της παρούσας, ενημερώσετε εγγράφως τον πληρεξούσιο και ήδη αντίκλητο δικηγόρο μου, για τις ενέργειές Σας αυτές και να του χορηγήσετε αντίγραφα όλων των αναθέσεών Σας αλλά και των ανακλητικών Σας πράξεων, προς τρίτα (φυσικά ή νομικά) πρόσωπα με τις οποίες καταστήσατε τα τρίτα αυτά πρόσωπα, γνώστες ευαίσθητων προσωπικών μου δεδομένων, που άπτονται του τραπεζικού μου απορρήτου.
Όπως, από τη λήψη της παρούσας, ενημερώσετε εγγράφως τον πληρεξούσιο και ήδη αντίκλητο δικηγόρο μου, πότε, διατέθηκαν ευαίσθητα προσωπικά μου δεδομένα που άπτονται του τραπεζικού μου απορρήτου και σε ποια (φυσικά ή νομικά) πρόσωπα.
Όπως, από τη λήψη της παρούσας, ενημερώσετε εγγράφως τον πληρεξούσιο και ήδη αντίκλητο δικηγόρο μου, ποια (φυσικά ή νομικά) τρίτα πρόσωπα έλαβαν γνώση ευαίσθητων προσωπικών μου δεδομένων που άπτονται του τραπεζικού μου απορρήτου.
Όπως, από τη λήψη της παρούσας, ενημερώσετε εγγράφως τον πληρεξούσιο και ήδη αντίκλητο δικηγόρο μου, με ποια διαδικασία, με απόφαση τίνος και από ποιον διατέθηκαν προς τρίτους (φυσικά και νομικά πρόσωπα) ευαίσθητα προσωπικά μου δεδομένα, που άπτονται του τραπεζικού μου απορρήτου.
Όπως, από τη λήψη της παρούσας, ενημερώσετε εγγράφως τον πληρεξούσιο και ήδη αντίκλητο δικηγόρο μου, ποιες εγγυήσεις και όροι ασφαλείας τηρήθηκαν από την Τράπεζά Σας, για την προστασία των ευαίσθητων προσωπικών μου δεδομένων και ιδίως, για τη διασφάλιση του τραπεζικού μου απορρήτου.
Όπως, από τη λήψη της παρούσας, παύσετε οποιαδήποτε όχληση προς την εξωδίκως δηλούσα, για όσους λόγους αναφέρθηκαν ανωτέρω.
Αρμόδιος δικαστικός επιμελητής παραγγέλλεται να επιδώσει νόμιμα την παρούσα προς αυτόν που απευθύνεται, προς γνώση και για τις νόμιμες συνέπειες, αντιγράφοντας την ολόκληρη στην έκθεση επίδοσής του.
…………………, ……/……/2012
… εξωδίκως δηλ………
itabloid.gr
Έτσι λοιπόν, εάν έχετε απηυδήσει από τις συνεχείς ενοχλήσεις των αγενών τηλεφωνητών των εισπρακτικών εταιριών, ακόμα και για ασήμαντες οφειλές και σε ακατάλληλες ώρες και τόπους (πχ στη δουλειά σας), τώρα έχετε στα χέρια σας δεδικασμένο του Ειρηνοδικείου Αθηνών. Ακολουθήστε λοιπόν την πεπατημένη…
Συγκεκριμένα, το δικαστήριο, με την υπ’ αριθμ. 3383/2012 απόφαση, επιδίκασε αποζημίωση 3.000 ευρώ στον δικηγόρο Λ.Ντ., κρίνοντας ότι τα συνεχή και προσβλητικά τηλεφωνήματα που δεχόταν από εισπρακτική εταιρεία, για ανύπαρκτη οφειλή του, συνιστούν προσβολή για την προσωπικότητά του. Μάλιστα, με βάση την απόφαση του δικαστηρίου, «η προσβολή στην προσωπικότητα θα αναγνωριζόταν ακόμα και αν η οφειλή ήταν υπαρκτή».
Ουσιαστικά, το δικαστήριο έκρινε ότι οι εισπρακτικές εταιρίες δεν έχουν το δικαίωμα να πιέζουν παράνομα τους πολίτες, ακόμα και στην περίπτωση που εκείνοι πράγματι έχουν οφειλές προς κάποια τράπεζα. Αυτό σημαίνει πως οι καθημερινές τηλεφωνικές ενοχλήσεις, η με αγενή τρόπο υπενθύμιση της ύπαρξης οφειλών, οι κλήσεις σε τηλεφωνικούς αριθμούς της εργασίας τους ή η ενημέρωση τρίτων προσώπων για οφειλές των πελατών τραπεζών είναι ξεκάθαρα παράνομες.
“Να εξοφλήσεις το ποσό, δεν με νοιάζει”
Η ιστορία πάντως του δικηγόρου που κέρδισε τη συγκεκριμένη υπόθεση, κάθε άλλο παρά από τις σκληρότερες είναι, αφού έχουν υπάρξει καταγγελίες για εισπρακτικές που τηλεφωνούσαν σε γείτονες των οφειλετών, ή στους εργοδότες και τους συναδέλφους, στους συγγενείς τους και τους εξέθεταν.
Στις 29 Δεκεμβρίου του 2009, κατά τη διάρκεια απουσίας του από το δικηγορικό του γραφείο στην οδό Πανεπιστημίου, άγνωστος μπήκε σε αυτό και έκλεψε τον χαρτοφύλακα του κ. Ντ., μέσα στον οποίο είχε και την πιστωτική του κάρτα.
Την ίδια μέρα, ως όφειλε, ο δικηγόρος ειδοποίησε τηλεφωνικά τον αρμόδιο υπάλληλο της τράπεζας που είχε εκδώσει την πιστωτική κάρτα και ζήτησε την ακύρωσή της. Μάλιστα, ο υπάλληλος τον διαβεβαίωσε πως καμία ανάληψη δεν είχε γίνει στο μεταξύ από τον τραπεζικό λογαριασμό με τον οποίον ήταν συνδεδεμένη η κάρτα. Παράλληλα, ο κ. Ντ. μετέβη στο Τμήμα Ασφαλείας Εξαρχείων όπου και δήλωσε την κλοπή. Ήταν καλυμμένος. Ή έτσι νόμιζε.
Προς μεγάλη του έκπληξη, όμως, μετά από τέσσερις μήνες περίπου, υπάλληλος εισπρακτικής εταιρίας τηλεφώνησε στον κ. Ντ. και τον ενημέρωσε ότι οφείλει στην τράπεζα το ποσό των 1.100 ευρώ, από αναλήψεις που είχαν γίνει με την πιστωτική του κάρτα, που είχε… κλαπεί.
Αφού τηλεφώνησε στην τράπεζα για να διαμαρτυρηθεί για το γεγονός αυτό, υπέβαλε στη συνέχεια αίτηση αμφισβήτησης της εις βάρος του οφειλής – όπως ακριβώς τον συμβούλευσε να κάνει ο υπάλληλος της τράπεζας με τον οποίο συνομίλησε.
Παρά το γεγονός ότι εξήγησε στους υπαλλήλους της εισπρακτικής ακριβώς τι είχε συμβεί, συνέχισε να δέχεται καταιγισμό τηλεφωνημάτων από αυτούς, οι οποίοι με πιεστικό και αγενέστατο τρόπο του ζητούσαν να καταβάλει το ποσό στην τράπεζα.
Η κατάσταση μετά από λίγες ημέρες έγινε αφόρητη, καθώς η εισπρακτική τηλεφωνούσε εκτός από το κινητό και στο δικηγορικό του γραφείο, την ώρα που βρισκόταν εκεί και συζητούσε με πελάτες για υποθέσεις τους. Σε μία μάλιστα περίπτωση, στο τηλέφωνο του γραφείου απάντησε τρίτο πρόσωπο, συνεργάτης του, τον οποίο οι υπάλληλοι της εισπρακτικής ενημέρωσαν – ως μη όφειλαν – πλήρως για τη δήθεν οφειλή και από τον οποίο απαίτησαν να προτρέψει τον κ. Ντ. να εξοφλήσει την απαίτηση της τράπεζας.
Αγανακτισμένος ο κ. Ντ. πήρε τηλέφωνο ο ίδιος στην εισπρακτική για να βρει το δίκιο του. Όμως, κατά τη συνήθη τους πρακτική, ο ένας μετά τον άλλο, οι υπάλληλοι με τους οποίους μίλησε δήλωναν αναρμόδιοι.
Όταν τελικά κατάφερε να επικοινωνήσει με την προϊσταμένη της εισπρακτικής, εκείνη τον πληροφόρησε ότι είναι πολιτική της τράπεζας και της εισπρακτικής η συνεχής και επί ένα τρίμηνο όχληση του οφειλέτη!
Ο κ. Ντ., που κατά το παρελθόν δεν είχε το παραμικρό χρέος προς οποιονδήποτε, κατέθεσε αγωγή στο Ειρηνοδικείο Αθηνών, καταγγέλλοντας την προσβλητική και παράνομη συμπεριφορά της εισπρακτικής εταιρίας και ζητώντας χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη από την συμπεριφορά αυτή.
Το δικαστήριο απέρριψε την ένσταση για αοριστία που υπέβαλε η εισπρακτική και δικαίωσε τελικά τον ενάγοντα. Μπορείτε κι εσείς να κάνετε το ίδιο, αν σας ενοχλούν και σας προσβάλλουν την προσωπικότητα. Να μην ξεχνάτε, πως ακόμα και αν χρωστάτε, έχετε δικαιώματα και φυσικά αξιοπρέπεια, την οποία κανείς δεν δικαιούται να την καταπατά.
Σε διαφορετική περίπτωση, δείτε εδώ πώς μπορείτε να απαντάτε στους αγενείς υπαλλήλους των εισπρακτικών.
Ο νόμος και οι υποχρεώσεις των εισπρακτικών εταιρειών
Ως Εταιρείες Ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις (πρώην Εισπρακτικές Εισπρακτικές Εταιρείες) ορίζονται οι κεφαλαιουχικές εταιρίες που έχουν ως αποκλειστικό καταστατικό σκοπό την εξώδικη ενημέρωση οφειλετών για την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων και απαιτητών χρηματικών οφειλών τους έναντι δανειστών, πριν από τη διενέργεια δικαστικών πράξεων και το στάδιο έναρξης της αναγκαστικής εκτέλεσης, που προέρχονται από συμβάσεις πίστωσης και εγγύησης και νόμιμες εμπορικές συναλλαγές, όπως αγορές αγαθών, παροχή υπηρεσιών, χορήγηση δανείων, εγγυήσεων και πιστώσεων, χρήση πιστωτικών καρτών, καθώς και τη διαπραγμάτευση του χρόνου, του τρόπου και των λοιπών όρων αποπληρωμής των οφειλών, κατ’ εντολή και για λογαριασμό των δανειστών, σύμφωνα με τις αρχές που περιγράφονται κατωτέρω. Οι αρχές αυτές, οι οποίες αναφέρονται λεπτομερώς στον Ν. 3758/2009 («Εταιρείες Ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις και άλλες διατάξεις») τροποποιήθηκαν μερικώς με τον τελευταίο 4038/2012 («Επείγουσες ρυθμίσεις που αφορούν την εφαρμογή του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-215») και έχουν ως εξής:
Αρχές που διέπουν την ενημέρωση οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις
1. Η εν γένει επιχειρηματική δράση των Εταιρειών στην αγορά διέπεται από τις αρχές της επαγγελματικής δεοντολογίας, της ευπρέπειας, της συναλλακτικής ευθύτητας, της ειλικρίνειας κατά την επικοινωνία, της διαφάνειας, του σεβασμού της προσωπικότητας, της ιδιωτικής ζωής, της υγείας, της ασφάλειας, του τραπεζικού απορρήτου και της συμβατικής και οικονομικής ελευθερίας.
2. Η παρέμβαση των Εταιρειών αφορά αποκλειστικά και μόνο στην ενημέρωση των οφειλετών για την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων οφειλών τους έναντι δανειστών και τη διαπραγμάτευση του χρόνου, του τρόπου και των λοιπών όρων αποπληρωμής αυτών, κατ’ εντολή και για λογαριασμό των δανειστών. Απαγορεύεται στους δανειστές η σύναψη σύμβασης για τους σκοπούς του παρόντος νόμου με Εισπρακτικές Εταιρείες που δεν περιλαμβάνονται στο Μητρώο Εγγραφής Εταιριών, που τηρείται στο Υπουργείο Ανάπτυξης σε ηλεκτρονική μορφή και αναλύεται ειδικότερα παρακάτω. Δεν επιτρέπεται η ανάθεση εντολής ενημέρωσης για την ίδια ληξιπρόθεσμη οφειλή σε περισσότερες πλην μίας Εταιρείες Ενημέρωσης.
3. Απαγορεύεται η με οποιονδήποτε τρόπο είσπραξη από τις Εταιρείες ληξιπρόθεσμων οφειλών, καθώς και η ανάθεση μέρους ή της όλης δραστηριότητας αυτών, σε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο.
4. Πριν από κάθε ενέργεια Ενημέρωσης απαιτείται η από τον δανειστή προς τον οφειλέτη επιβεβαίωση των οφειλών με κάθε διαθέσιμο τρόπο και η ταυτοποίηση του οφειλέτη, καθώς και η ενημέρωση του για τη διαβίβαση των δεδομένων του στην Εταιρεία συμφώνως και προς το άρθρο 11 του ν. 2472/1997, ως εκάστοτε αυτός ισχύει. Η επικοινωνία με τον οφειλέτη πρέπει να γίνεται, σύμφωνα με τις αρχές της ως άνω παραγράφου 1, εντός εύλογου χρόνου και με συχνότητα οχλήσεων όχι πέραν της μίας ανά δεύτερη ημέρα. Η τηλεφωνική επικοινωνία στο χώρο εργασίας του οφειλέτη γίνεται, μόνο εφόσον ο συγκεκριμένος τηλεφωνικός αριθμός έχει δηλωθεί ως μοναδικός αριθμός επικοινωνίας από τον τελευταίο.
5. Η ανάθεση της Ενημέρωσης από τον δανειστή προς την Εταιρεία γίνεται εγγράφως ή μέσω σταθερού μέσου αποθήκευσης πληροφοριών. Οι διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α’) για το απόρρητο και την ασφάλεια της επεξεργασίας βαρύνουν αναλόγως και την Εταιρεία.
6. Δεν επιτρέπεται στον δανειστή η ανάθεση εντολής για Ενημέρωση οφειλετών για ληξιπρόθεσμες οφειλές που δεν εμπίπτουν στην έννοια της ληξιπρόθεσμης οφειλής που ορίζεται στον νόμο («Ληξιπρόθεσμη οφειλή: το χρηματικό ποσό που οφείλει από νόμιμη αιτία ο οφειλέτης προς τον δανειστή και το οποίο έπρεπε να έχει καταβληθεί σε δήλη ημέρα ή σε ορισμένη προθεσμία από την καταγγελία, εφόσον είχε ταχθεί τέτοια προθεσμία και κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό)ή έχουν υποβληθεί σε ρύθμιση ή διακανονισμό που τηρείται ή έχει παρέλθει ο χρόνος της παραγραφής. Δεν επιτρέπεται η ανάθεση εντολής Ενημέρωσης για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, οι οποίες απορρέουν από καταχρηστικούς γενικούς όρους συναλλαγών που έχουν κριθεί καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, καθώς και οι όροι που αναφέρονται στις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 21 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994 (ΦΕΚ 191 Α’), όπως εκάστοτε ισχύει.
7. Ο οφειλέτης δεν επιβαρύνεται με δαπάνες για την ανάθεση της Ενημέρωσης από τον δανειστή προς την Εταιρεία.
Αθέμιτες και παραπλανητικές πρακτικές Εισπρακτικών Εταιρειών προς οφειλέτες
Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες να προβαίνουν σε αθέμιτες και παραπλανητικές πρακτικές προς τους οφειλέτες, όπως:
1. Η, κατά την επικοινωνία με τον οφειλέτη, εμφάνιση των υπαλλήλων τους υπό ιδιότητες που δεν διαθέτουν όπως υπαλλήλων των δανειστών, δικηγόρων ή δικαστικών επιμελητών.
2. Η άσκηση σωματικής βίας, ψυχολογικής πίεσης περί διακινδύνευσης του επαγγέλματος, των περιουσιακών στοιχείων ή της ζωής του οφειλέτη ή των οικείων του.
3. Η επίδειξη προσβλητικής συμπεριφοράς ή η χρήση προσβλητικών εκφράσεων εναντίον του οφειλέτη ή και των οικείων του.
4. Η δυσφήμιση ή η απειλή δυσφήμισης του οφειλέτη στο οικογενειακό ή εργασιακό περιβάλλον του.
5. Η εκμετάλλευση περιστάσεων αντικειμενικής αδυναμίας του οφειλέτη.
6. Η απειλή λήψης μη νόμιμου μέτρου σε βάρος του.
7. Η παραπλανητική πληροφόρηση του οφειλέτη.
8. Οι κατ’ οίκον ή στο χώρο εργασίας του οφειλέτη επισκέψεις, καθώς και οι επισκέψεις σε άλλους χώρους αυστηρώς προσωπικούς, όπως νοσοκομεία.
9. Η όχληση των οικείων προσώπων του κατά την έννοια της περίπτωσης 4.
10. Η παραπλανητική χρήση και παρουσίαση εγγράφων που δημιουργούν εσφαλμένα την εντύπωση ότι πρόκειται για δικαστικά έγγραφα.
11. Η οποιαδήποτε επικοινωνία που περιλαμβάνει ανακριβείς πληροφορίες σχετικά με τις συνέπειες αθέτησης πληρωμών.
12. Η επικοινωνία για οφειλές οι οποίες απορρέουν από γενικούς όρους συναλλαγών που έχουν κριθεί κατά χρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, καθώς και οι όροι που αναφέρονται στις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 21 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994, όπως εκάστοτε ισχύει.
Ειδικές υποχρεώσεις Εισπρακτικών Εταιρειών
1. Οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται να διαθέτουν επαρκή διοικητική και τεχνολογική υποδομή που να περιλαμβάνει, τουλάχιστον, ένα ολοκληρωμένο τηλεφωνικό κέντρο και δίκτυο ηλεκτρονικών υπολογιστών. Οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται να απασχολούν υπαλληλικό προσωπικό τουλάχιστον μέσης εκπαίδευσης, το οποίο οφείλουν να επιμορφώνουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα σι σχέση με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο και ιδίως με τις διατάξεις του παρόντος και της νομοθεσίας περί προστασίας προσωπικών δεδομένων, με σκοπό την επίδειξη προσήκουσας, κατά το νόμο και τα συναλλακτικά ήθη, συμπεριφοράς έναντι των οφειλετών. Οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται να έχουν ελάχιστα ίδια κεφάλαια ύψους τριακοσίων πενήντα χιλιάδων (350.000) ευρώ.
2. Σε κάθε προφορική επικοινωνία με τον οφειλέτη, οι Εισπρακτικές Εταιρείες έχουν υποχρέωση να διαθέτουν εμφανή τον αριθμό προέλευσης κλήσης, να παρέχουν πλήρη και σαφή Ενημέρωση στους οφειλέτες, τόσο για το ονοματεπώνυμο του καλούντος υπαλλήλου και την ιδιότητα του, όσο και για τον αριθμό Μητρώου της Εταιρείας κατά την έννοια του άρθρου 7 και το σκοπό της επικοινωνίας τους. Σε κάθε δε έγγραφη επικοινωνία, είτε με επιστολή είτε με σταθερό μέσο, κατά την έννοια της παραγράφου 6 του άρθρου 3, οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται, πλέον των ανωτέρω, να αναγράφουν, την πλήρη εμπορική επωνυμία τους, την ταχυδρομική διεύθυνση της καταστατικής έδρας τους, με οδό, αριθμό, πόλη, ταχυδρομικό κώδικα, τηλεφωνικό αριθμό, αριθμό τηλεομοιοτυπίας και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, καθώς και τον αριθμό Μητρώου της Εταιρείας. Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες να αντιποιούνται με οποιονδήποτε τρόπο κατά την επικοινωνία τους με τους οφειλέτες την επωνυμία ή το διακριτικό τίτλο των δανειστών – εντολέων τους.
3. Εφόσον ζητηθεί από τον οφειλέτη, οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται να παρέχουν σε αυτόν εγγράφως και ατελώς πλήρη και ακριβή αναλυτικά στοιχεία για το ύψος και την προέλευση της ληξιπρόθεσμης οφειλής, κατά κεφάλαιο, τόκους, έξοδα και προσαυξήσεις, όπως αυτές έχουν προσδιορισθεί από τον δανειστή, εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την πρώτη προφορική επικοινωνία.
4. Οι εκάστοτε ανατιθέμενες ενέργειες Ενημέρωσης αποτυπώνονται με σαφήνεια στη σύμβαση που διέπει τις σχέσεις δανειστή και Εταιρείας.
5. Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες να ενεργούν πράξεις, οι οποίες ασκούνται αποκλειστικά από δικηγόρους ή δικαστικούς επιμελητές, όπως έρευνα στα υποθηκοφυλακεία ή κτηματολογικά γραφεία, παράσταση σε δημόσιες αρχές, κοινοποίηση δικαστικών ή εξώδικων πράξεων, κίνηση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης ή με οποιονδήποτε τρόπο συμμετοχή σε αυτήν, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα περί Δικηγόρων (ν.δ. 3026/1954, ΦΕΚ 235 Α’) και του Κώδικα Δικαστικών Επιμελητών (ν. 2318/1995, ΦΕΚ 126 Α’), όπως εκάστοτε ισχύουν. Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες να αναθέτουν τη δικαστική διεκδίκηση των οφειλών σε δικηγόρους και δικαστικούς επιμελητές της δικής τους επιλογής, έργο που ανήκει αποκλειστικά στους δανειστές.
6. Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες η πρόσβαση σε αρχεία οικονομικής συμπεριφοράς, όπως στην “ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε.”, ή σε άλλα αρχεία για τη διακρίβωση της πιστοληπτικής ικανότητας του οφειλέτη.
Προστασία απορρήτου
1. Οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται να μεριμνούν για την προστασία του επιχειρηματικού και προσωπικού απορρήτου. Ειδικότερα, οφείλουν να απέχουν από κάθε προσβολή προσωπικών δεδομένων του οφειλέτη και ιδιαίτερα των προσωπικών δεδομένων του σε ο,τι αφορά τα οικονομικά στοιχεία, όπως αριθμοί λογαριασμών, πιστωτικών καρτών, καταναλωτικά δάνεια, ηλεκτρονικές συναλλαγές, στα πλαίσια της κείμενης νομοθεσίας περί απορρήτου και προσωπικής ζωής του οφειλέτη και των αποφάσεων των ανεξάρτητων αρχών που είναι επιφορτισμένες με την τήρηση τους.
2. Ο δανειστής παρέχει στην Εταιρεία μόνο τα αναγκαία για την επικοινωνία στοιχεία των οφειλετών. Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες η γνωστοποίηση των στοιχείων σε τρίτους, με ή χωρίς αντάλλαγμα, καθώς και η χρήση τους για άλλους σκοπούς. Ως τρίτοι, κατά την έννοια του παρόντος νόμου, θεωρούνται και οι θυγατρικές εταιρίες των Εταιρειών.
3. Εφόσον οι Εισπρακτικές Εταιρείες προβαίνουν, στο πλαίσιο ανάθεσης από τους δανειστές, σε ρύθμιση ή διακανονισμό οφειλής, επιτρέπεται η καταγραφή των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων με τον οφειλέτη, μετά από ενημέρωση του, για το σκοπό παροχής αποδεικτικών στοιχείων της πραγματοποιηθείσας εμπορικής συναλλαγής. Στις περιπτώσεις απλής ενημέρωσης για την οφειλή η καταγραφή δεν επιτρέπεται. Υπεύθυνος επεξεργασίας του σχετικού αρχείου είναι ο δανειστής, ο οποίος μπορεί να αναθέσει την τήρηση του στην Εταιρεία. Ο δανειστής οφείλει να ενημερώσει τον οφειλέτη για την εν λόγω επεξεργασία.
Σχέσεις Εισπρακτικών Εταιρειών με δανειστές
1. Κάθε Εταιρεία οφείλει να παρέχει διαφανείς, επαγγελματικές και αποτελεσματικές υπηρεσίες προς τους δανειστές. Η τυχόν ύπαρξη διακανονισμού μεταξύ οφειλέτη και δανειστή αναστέλλει κάθε ενέργεια της Εταιρείας προς όχληση του οφειλέτη για όσο χρονικό διάστημα τηρείται ο διακανονισμός.
2. Με επιμέλεια και ευθύνη του δανειστή, οι επί τη βάσει της σύμβασης μεταξύ αυτού και της Εταιρείας επί μέρους εντολές πρέπει να καθορίζουν με πληρότητα, τις σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου απαιτήσεις κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα.
3. Κάθε δανειστής υποχρεούται να παρέχει εντολή προς ενημέρωση μόνο για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, κατά την έννοια της παραγράφου 4 του άρθρου 3, οι οποίες δεν απορρέουν από καταχρηστικούς γενικούς όρους συναλλαγών που έχουν κριθεί καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, καθώς και οι όροι που αναφέρονται στις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 21 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994, τηρώντας τις διατάξεις περί απορρήτου και περί προστασίας προσωπικών δεδομένων των πελατών του. Παράβαση της υποχρέωσης αυτής επάγεται αστική ευθύνη του δανειστή προς αποζημίωση της Εταιρείας και του οφειλέτη.
Απαγορεύεται στους δανειστές, επί ποινή ακυρότητας, να συνάπτουν συμβάσεις με Εισπρακτικές Εταιρείες, οι οποίες δεν είναι εγγεγραμμένες στο Μητρώο Εταιριών που τηρείται στο Υπουργείο Ανάπτυξης. Η παράβαση των διατάξεων αυτών επισύρει την επιβολή των προβλεπόμενων στο άρθρο 10 κυρώσεων, τόσο σε βάρος των δανειστών όσο και σε βάρος των Εταιρειών.
4. Δεν επιτρέπεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες να παρεκκλίνουν από τις εντολές του δανειστή ούτε και η αμοιβή τους να συνδέεται με την επιλογή εκ μέρους του οφειλέτη συγκεκριμένου τρόπου αποπληρωμής. Απαγορεύεται η εκχώρηση από δανειστή ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων προς είσπραξη, είτε προς Εταιρείες Ενημέρωσης υπό την έννοια της παραγράφου 3 του άρθρου 3 είτε προς οποιονδήποτε τρίτο.
5. Παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου θεμελιώνει και εις ολόκληρον ευθύνη του δανειστή και της Εταιρείας έναντι του οφειλέτη.
Κυρώσεις
1. Με την επιφύλαξη των κειμένων διατάξεων για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως των νόμων 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α’) και 3471/2006 (ΦΕΚ 133 Α’) και άλλων ειδικότερων διατάξεων, με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης επιβάλλεται σε βάρος των Εταιρειών που παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος νόμου πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ. Σε περίπτωση υποτροπής το ανώτατο όριο προστίμου διπλασιάζεται και ο Υπουργός Ανάπτυξης μπορεί να διατάξει και την προσωρινή διαγραφή της Εταιρείας από το Μητρώο για χρονικό διάστημα από ένα (1) έως έξι (6) μήνες και, σε περίπτωση περαιτέρω υποτροπής, μπορεί να διατάξει την οριστική διαγραφή της Εταιρείας.
2. Τα ποσά των προστίμων που επιβάλλονται αποτελούν δημόσιο έσοδο και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974, ΦΕΚ 90 Α’) και μπορεί να αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης.
3. Η επιβολή των ως άνω διοικητικών κυρώσεων είναι ανεξάρτητη από κάθε άλλη αστική, ποινική ή πειθαρχική κύρωση που τυχόν προβλέπεται σε βάρος των Εταιρειών από τον παρόντα νόμο και την κείμενη νομοθεσία.
Υπηρεσία Τήρησης του Μητρώου Εγγραφής Εισπρακτικών Εταιρειών
Στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης συνιστάται αυτοτελές Τμήμα Μητρώου για την τήρηση και διαχείριση του Μητρώου, τη χορήγηση βεβαίωσης εγγραφής, τη διαχείριση του Μητρώου, τη διαχείριση των υποβαλλόμενων καταγγελιών, τη διενέργεια ελέγχων για την τήρηση της κείμενης νομοθεσίας και την καταχώρηση των ανωτέρω κυρώσεων που επιβάλλονται, καθώς και τη διαγραφή από το Μητρώο Εταιριών.
7. Το τμήμα αυτό στελεχώνεται από υπαλλήλους που υπηρετούν στο Υπουργείο Ανάπτυξης, υπό κάθε υπηρεσιακή κατάσταση που προβλέπεται στον Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών και Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, ΦΕΚ 26 Α’). Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται οι ειδικότερες λεπτομέρειες για την οργάνωση, τη λειτουργία του τμήματος, τη διαδικασία ελέγχου, τη συνεργασία των κλιμακίων ελέγχου με συναρμόδιες υπηρεσίες και φορείς, την έναρξη λειτουργίας του, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα και ειδική λεπτομέρεια. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης ρυθμίζονται τα θέματα αμοιβής των μελών των κλιμακίων ελέγχων.
Υπόδειγμα εξωδίκου για τη διεκδίκηση αποζημίωσης από την τράπεζα
Η εφημερίδα «Το Χωνί» δημοσίευσε υπόδειγμα εξωδίκου προς τις τράπεζες για την διεκδίκηση αποζημίωσης η οποία ξεκινάει από τα 5500 ευρώ περίπου.
Ακολουθεί το υπόδειγμα
ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΑΝΤΟΣ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΑΡΧΗΣ
Ε Ξ Ω Δ Ι Κ Η Δ Η Λ Ω Σ Η – Π Ρ Ο Σ Κ Λ Η Σ Η
ΜΕΤ’ ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΩΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ
Τ… ……………………………………………………………………………………., του ……………………………………….., κατοίκου ………………………………, οδός………………………………………., αριθμ …………..
ΠΡΟΣ
Την ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «……………………………», που εδρεύει στ…… ………………………., οδός …………………………………., αριθμός ……………………………………., νομίμως εκπροσωπούμενη.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΗ ΠΡΟΣ
Τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών ……………………….
Α. Με το Ν. 2472/1997 “Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” – ο οποίος εκδόθηκε για την προσαρμογή της Ελληνικής νομοθεσίας, σύμφωνα με τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης του 1981 (που κυρώθηκε με το Ν. 2068/1992) και την 95/46/ΕΚ Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου τής Ευρωπαϊκής Ένωσης της 24-10-1995 “Για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι τής επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών” – ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα : Στο άρθρο 1 ότι : “Αντικείμενο του παρόντος νόμου είναι η θέσπιση των προϋποθέσεων για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς προστασία των δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών των φυσικών προσώπων και ιδίως τής ιδιωτικής ζωής”, στο άρθρο 2, ότι : “Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου νοούνται ως α) “δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα” κάθε πληροφορία που αναφέρεται στο υποκείμενο των δεδομένων … β) “Ευαίσθητα δεδομένα” τα δεδομένα που αφορούν τη φυλετική ή εθνική προέλευση, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, τη συμμετοχή σε ένωση, σωματείο και συνδικαλιστική οργάνωση, την υγεία, την κοινωνική πρόνοια και την ερωτική ζωή, καθώς και τα σχετικά με ποινικές διώξεις ή καταδίκες, γ) “υποκείμενο των δεδομένων” το φυσικό πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί, δηλαδή μπορεί να προσδιορισθεί αμέσως ή εμμέσως, ιδίως βάσει του αριθμού ταυτότητας ή βάσει ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων στοιχείων που χαρακτηρίζουν την υπόσταση του από άποψη φυσική, βιολογική, ψυχική, οικονομική, πολιτιστική, πολιτική ή κοινωνική, δ) “επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” (“επεξεργασία”) κάθε εργασία ή σειρά εργασιών που πραγματοποιείται από το Δημόσιο ή από νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου ή ένωση προσώπων ή φυσικό πρόσωπο με ή χωρίς τη βοήθεια αυτοματοποιημένων μεθόδων και εφαρμόζονται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η διατήρηση ή αποθήκευση, η τροποποίηση, η εξαγωγή, η χρήση, η διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλης μορφής διάθεση, η συσχέτιση ή ο συνδυασμός, η διασύνδεση, η δέσμευση (κλείδωμα), η διαγραφή, η καταστροφή …, ζ) “Υπεύθυνος επεξεργασίας” οποιοσδήποτε καθορίζει το σκοπό και τον τρόπο επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως φυσικό ή νομικό πρόσωπο, δημόσια αρχή ή υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός …, η) “Εκτελών την επεξεργασία” οποιοσδήποτε επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για λογαριασμό υπεύθυνου επεξεργασίας, όπως φυσικό ή νομικό πρόσωπο, δημόσια αρχή ή υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός, θ) “Τρίτος” κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, δημόσια αρχή ή υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός, εκτός από το υποκείμενο των δεδομένων, τον υπεύθυνο επεξεργασίας και τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να επεξεργάζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, εφόσον ενεργούν υπό την άμεση εποπτεία ή για λογαριασμό του υπευθύνου επεξεργασίας, ι) “Αποδέκτης”, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχή ή υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός, στον οποίο ανακοινώνονται ή μεταδίδονται τα δεδομένα, ανεξαρτήτως αν πρόκειται για τρίτο ή όχι, ια) “Συγκατάθεση” του υποκειμένου των δεδομένων, κάθε ελεύθερη, ρητή και ειδική δήλωση βουλήσεως, που εκφράζεται με τρόπο σαφή και εν πλήρη επιγνώσει και με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων, αφού προηγουμένως ενημερωθεί, δέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Η ενημέρωση αυτή περιλαμβάνει πληροφόρηση τουλάχιστον για τον σκοπό της επεξεργασίας, τα δεδομένα ή τις κατηγορίες των δεδομένων που αφορά η επεξεργασία, τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και το όνομα, την επωνυμία και τη διεύθυνση του υπεύθυνου επεξεργασίας και του τυχόν εκπροσώπου του …”
Στο άρθρο 3 παρ. 1 ορίζεται ότι οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται στην εν όλω ή εν μέρει αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία περιλαμβάνονται ή πρόκειται να περιληφθούν σε αρχείο.
Στο άρθρο 4 παρ. 1 ορίζεται ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για να τύχουν νόμιμης επεξεργασίας πρέπει: α) να συλλέγονται κατά τρόπο θεμιτό και νόμιμο για καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς και να υφίστανται θεμιτή και νόμιμη επεξεργασία εν όψει των σκοπών αυτών, β) …, γ) … Στο άρθρο 5 παρ. 1 ορίζεται ότι επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται μόνον όταν το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει την συγκατάθεση του, ενώ στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η επεξεργασία και χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου όταν α) η επεξεργασία είναι αναγκαία για την εκτέλεση σύμβασης, στην οποία συμβαλλόμενο μέρος είναι υποκείμενο δεδομένων, β) …, γ) κ.λ.π. ε) η επεξεργασία είναι απολύτως αναγκαία για την ικανοποίηση του εννόμου συμφέροντος που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο τρίτος ή οι τρίτοι στους οποίους ανακοινώνονται τα δεδομένα και υπό τον όρο ότι τούτο (έννομο συμφέρον) υπερέχει προφανώς των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των προσώπων τα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και δεν θίγονται οι θεμελιώσεις ελευθερίες αυτών. Με το άρθρο 7 παρ. 1 ορίζεται ότι απαγορεύεται η συλλογή και η επεξεργασία “ευαίσθητων δεδομένων” ενώ στην παρ. 2 του άρθρου αυτού απαριθμούνται οι περιπτώσεις στις οποίες επιτρέπεται κατ` εξαίρεση η συλλογή των δεδομένων αυτών. Στο άρθρο 10 παρ. 1 ορίζεται ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι απόρρητη. Διεξάγεται αποκλειστικά και μόνο από πρόσωπα που τελούν υπό τον έλεγχο του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία και μόνο κατ’ εντολή του.
Με τις παραγράφους 2 και 3 του ίδιου άρθρου ορίζονται οι υποχρεώσεις του υπευθύνου επεξεργασίας για την επιλογή προσώπων με αντίστοιχα επαγγελματικά προσόντα, παρέχοντα επαρκείς εγγυήσεις από πλευράς τεχνικών γνώσεων και προσωπικής ακεραιότητας για την τήρηση του απορρήτου (παρ. 2) και για την λήψη κατάλληλων οργανωτικών και τεχνικών μέσων για την ασφάλεια των δεδομένων κ.λ.π. (παρ. 3), ενώ με την παρ. 4 ορίζεται “Αν η επεξεργασία διεξάγεται για λογαριασμό του υπευθύνου από πρόσωπο μη εξαρτώμενο από αυτόν η σχετική ανάθεση γίνεται υποχρεωτικά εγγράφως”. Η ανάθεση προβλέπει υποχρεωτικά ότι ο ενεργών την επεξεργασία τη διεξάγει μόνον κατ’ εντολή του υπευθύνου και ότι οι λοιπές υποχρεώσεις του παρόντος άρθρου βαρύνουν αναλόγως και αυτόν.
Με το άρθρο 11 παρ. 1 ορίζεται ότι “ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει, κατά το στάδιο συλλογής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα να ενημερώνει, με τρόπο πρόσφορο και σαφή το υποκείμενο για τα εξής τουλάχιστον στοιχεία : … β) το σκοπό της επεξεργασίας, γ) τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων” και με την παρ. 2 του εν λόγω άρθρου ορίζεται ότι “εάν κατά τη συλλογή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ο υπεύθυνος επεξεργασίας ζητεί την συνδρομή του υποκειμένου, οφείλει να το ενημερώνει ειδικώς και εγγράφως για τα στοιχεία της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, καθώς και για τα δικαιώματα του, σύμφωνα με τα άρθρα 11 έως 13 του παρόντος νόμου …”,ενώ με την παρ. 3 του άρθρου αυτού ορίζεται ότι “εάν τα δεδομένα ανακοινώνονται σε τρίτους το υποκείμενο ενημερώνεται για την ανακοίνωση πριν από αυτούς”. Με το άρθρο 23 παρ. 1 ορίζεται ότι “φυσικό ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, που κατά παράβαση του παρόντος νόμου προκαλεί περιουσιακή βλάβη, υποχρεούται σε αποζημίωση. Αν προκάλεσε ηθική βλάβη υποχρεούται σε χρηματική ικανοποίηση. Η ευθύνη υπάρχει και όταν ο υπόχρεος όφειλε να γνωρίζει την πιθανότητα να επέλθει βλάβη σε άλλον”. Με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι “Η κατά το άρθρο 932 Α.Κ. χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης για παράβαση του παρόντος νόμου ορίζεται κατ` ελάχιστον στο ποσό των 2.000.000 δραχμών, εκτός εάν ζητήθηκε από τον ενάγοντα μικρότερο ποσό ή η παράβαση οφείλεται σε αμέλεια. Η χρηματική αυτή ικανοποίηση επιδικάζεται ανεξαρτήτως από την αιτούμενη αποζημίωση για περιουσιακή βλάβη”.
Από τις διατάξεις που προαναφέρθηκαν προκύπτει ότι η ρύθμιση του Ν. 2472/1997 συμπληρώνει το προϋπάρχον αυτού νομικό πλαίσιο (άρθρα 2 παρ. 1, 5 παρ. 1, 9 παρ. 1 εδ. 2 και 19 του Συντάγματος, άρθρο 57 του Α.Κ. κ.λ.π.), συγκεκριμενοποιεί τον ευρύτερο κανόνα προστασίας της προσωπικότητας του άρθρου 57 του Α.Κ. και διευρύνει την έννοια των παράνομων προσβολών της προσωπικότητας σε σχέση με το άρθρο 57 Α.Κ., ώστε να θεωρείται – κατ` αρχήν – απαγορευμένη κάθε επέμβαση στα προσωπικά δεδομένα άλλου (ευμενή ή δυσμενή), χωρίς την τήρηση ορισμένων διατυπώσεων που τάσσονται από τις διατάξεις του νόμου (βλ. μελέτη Μιχ. Σταθόπουλου σε ΝοΒ τόμος 48 σελ. 1-19).
Έτσι ο Ν. 2472/1997 απαγορεύει την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων φυσικού προσώπου, όταν γίνεται, πλην άλλων περιπτώσεων και χωρίς την προηγουμένη ενημέρωση του υποκειμένου των δεδομένων, δικαίωμα που προστατεύεται αυτοτελώς αλλά αποτελεί και την προϋπόθεση για την αποτελεσματική άσκηση των δικαιωμάτων πρόσβασης και αντίρρησης του υποκειμένου των δεδομένων (βλ. εισηγ. Εκθεση ν. 2472/1997 στο ΝοΒ 1997 σλ. 505).
Σύμφωνα δε, με τις διατάξεις που προαναφέρθηκαν ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει -μετά τη συλλογή των σχετικών δεδομένων και πριν από τη διαβίβαση τους σε τρίτους – να ενημερώνει για τη συλλογή και διαβίβαση τα υποκείμενα των δεδομένων, μεταξύ άλλων και για τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων του (είτε πρόκειται για αποδέκτες στους οποίους προβλέπεται η μεταβίβαση των δεδομένων ήδη από το στάδιο της συλλογής, είτε πρόκειται για αποδέκτες που προστέθηκαν αργότερα). Η σχετική ενημέρωση πρέπει να γίνεται το αργότερο πριν από την μετάδοση των προσωπικών δεδομένων στους αποδέκτες-τρίτους. Εξάλλου, ο τρίτος-αποδέκτης ο οποίος κατά τον ν. 2472/1997 (άρθρο 2 παρ. δ) ασκεί και αυτός επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, οφείλει μόλις έλθει σε πρώτη επαφή με το υποκείμενο των δεδομένων να το ενημερώσει εγγράφως για την πρόθεση του να κάνει χρήση των δεδομένων του, για τον σκοπό της χρήσης και για τον υπεύθυνο επεξεργασίας αυτών, από το αρχείο του οποίου θα γίνει η άντληση των δεδομένων (σύμφωνα με τις με αρ. 050/20-1-2000 και 109/31-3-1999 Αποφάσεις της Αρχής).
Τέλος, εάν στο υποκείμενο των δεδομένων έχει προκληθεί ηθική βλάβη από πράξεις του υπευθύνου επεξεργασίας και του αποδέκτη αυτών (ή των οργάνων τους) κατά παράβαση των διατάξεων του Ν. 2472/1997 (παράνομα) και όταν αυτοί όφειλαν να γνωρίζουν την πιθανότητα επέλευσης της βλάβης, τότε παρέχεται στον πρώτο η κατά το άρθρο 932 Α.Κ. αξίωση χρηματικής ικανοποίησης για την ηθική του βλάβη, η οποία ορίζεται κατ` ελάχιστο όριο στο ποσό των 2.000.000 δρχ. (ή 5.869,61 ευρώ), εκτός αν ζητήθηκε μικρότερο ποσό ή η παράβαση που προκάλεσε την ηθική βλάβη οφείλεται σε αμέλεια (βλ. ΕφΑθ 3833/2003 Τρ. Νομ. Πλ. ΝΟΜΟΣ).
Η ευθύνη εξ άλλου του προκαλούντος ηθική βλάβη στο υποκείμενο των προσωπικών δεδομένων, για χρηματική ικανοποίηση του τελευταίου είναι νόθος αντικειμενική και προϋποθέτει συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη) που παραβιάζει τις διατάξεις του Ν. 2472/1997 ή (και) των κατ` εξουσιοδότηση αυτού κανονιστικών πράξεων της Αρχής, β) ηθική βλάβη γ) αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της συμπεριφοράς και της ηθικής βλάβης και δ) υπαιτιότητα, ήτοι γνώση ή υπαίτια άγνοια, αφενός των περιστατικών που συνιστούν την παράβαση και αφετέρου τής πιθανότητας να επέλθει η ηθική βλάβη. Η ύπαρξη υπαιτιότητας τεκμαίρεται και ως εκ τούτου ο προκαλών την ηθική βλάβη, προκειμένου να απαλλαγεί από την ευθύνη του, έχει το βάρος να αποδείξει ότι ανυπαιτίως αγνοούσε τα θεμελιωτικά του πταίσματος του πραγματικά γεγονότα (Α.Π. 1923/2006, Τρ. Νομ. Πλ. ΝΟΜΟΣ). Όλα τα παραπάνω έχουν νομολογηθεί με την 2887/2010 απόφαση του Εφετείου Αθηνών.
Β. Επειδή, εσείς δια πράξεων ή/και παραλείψεών σας φέρεστε να έχετε διαβιβάσει προσωπικά μου δεδομένα σε άγνωστο κύκλο ανθρώπων, αν και δεν έχετε τέτοιο δικαίωμα και ήδη με την παρούσα μου αρνούμαι ρητώς να σας το χορηγήσω ή/και να συναινέσω στην άσκησή του υφ’ Υμών.
Επειδή, ήδη, με τις αλλεπάλληλες τηλεφωνικές και εξώδικες οχλήσεις σας, έχετε δημιουργήσει αφόρητη ψυχολογική κατάσταση, ενδοοικογενειακά προβλήματα και προβλήματα υγείας, καθώς προσπαθείτε δια της ασκήσεως κάθε μορφής βίας να με αναγκάσετε εν τοις πράγμασι να υπαναχωρήσω από τις ένδικες αξιώσεις μου, γεγονός το οποίο ουδόλως επιθυμώ και ήδη αποκρούω.
Επειδή, περαιτέρω, εσείς δια των νομίμων εκπροσώπων και προστηθέντων Σας ευθύνεστε αποκλειστικώς και κατά πλήρη υπαιτιότητα για την διαμορφωθείσα αυτή αφόρητη κατάσταση.
Επειδή, απαγορεύεται η επεξεργασία των προσωπικών μου δεδομένων, παρά μόνο τηρουμένων των όρων του Νόμου.
Επειδή, ουδέποτε και με κανέναν τρόπο δεν ενημερώθηκα, για την διαβίβαση και επεξεργασία των προσωπικών μου δεδομένων από οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο.
Επειδή, ουδέποτε συναίνεσα σε τέτοια ενέργεια, δηλαδή σε ενέργεια διαθέσεως και διαχειρίσεως των προσωπικών μου δεδομένων από τρίτο, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ρητά ή σιωπηρά και ήδη Σας δηλώνω ότι τέτοια διαβίβαση και διαχείριση με βρίσκει κάθετα αντίθετη.
Επειδή, η ενημέρωση αυτή πρέπει να γίνεται το αργότερο πριν από την μετάδοση των προσωπικών δεδομένων στους αποδέκτες-τρίτους.
Επειδή, καμιά εκ των ανωτέρω νομικών επιταγών Εσείς δεν τηρήσατε.
Επειδή, εξ αυτής της αιτίας και της όλως παράνομης συμπεριφοράς Σας, δύναμαι να έχω υποστεί ηθική βλάβη και προσβολή της προσωπικότητάς μου, τις οποίες ρητά επιφυλάσσομαι να αποδείξω και την αποκατάσταση των οποίων επιφυλάσσομαι να αξιώσω ενώπιον παντός αρμοδίου Δικαστηρίου.
Επειδή, συνεπώς, δυνάμει των ανωτέρω και από της λήψεως της παρούσας είναι απαράδεκτη και ουσία αβάσιμη οποιαδήποτε όχληση απευθύνετε προς εμένα, προφορικώς, τηλεφωνικώς, εξωδίκως και γραπτώς, προκειμένου για την υπενθύμιση ληξιπρόθεσμων οφειλών μου προς την Τράπεζά Σας, ενόψει της ιδρύσεως της εκκρεμοδικίας.
Επειδή, επομένως κάθε όχλησή σας συνιστά καταχρηστική άσκηση δικαιώματος.
Επειδή, άλλως, κάθε τέτοια όχληση ήδη μου προκαλεί βλάβη κατά τις σχετικές διατάξεις του 914επ και 52 ΑΚ, μη αποκλειομένης περαιτέρω ποινικής ευθύνης των υπευθύνων, αιτίες για τις οποίες ρητώς επιφυλάσσομαι να επιδιώξω την ικανοποίηση κάθε θετικής, αποθετικής και ηθικής μου βλάβης ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων.
Επειδή, εξάλλου και σε περίπτωση μη συμμορφώσεώς σας με την παρούσα δήλωσή μου, προτίθεμαι να προσφύγω στη Δικαιοσύνη προκειμένου για την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης, με την λήψη ασφαλιστικών μέτρων σε βάρος της Τράπεζάς σας και την συνακόλουθη αυτής λήψη προσωρινής διαταγής του αρμοδίου Δικαστηρίου.
Επειδή, άλλως και επικουρικώς, κατά τη συνομολόγηση των ανωτέρω δανειακών συμβάσεων, υπέγραψα συμβάσεις περιέχουσες Γενικούς Όρους Συναλλαγών, η εγκυρότητα ή ακυρότητα των οποίων κρίνεται από τα Δικαστήρια της ουσίας.
Επειδή, εκ της ως άνω επικουρικά προβαλλομένης βάσης, ήδη εγώ, θεωρώ προϊόν παράνομης, άλλως άκυρης ως καταχρηστικής συμπεριφοράς σας την θέση της υπογραφής μου επί των ενδίκων δανειακών συμβάσεων.
Επειδή, πληρεξούσιο και αντίκλητό μου διορίζω τ… ……………………, κάτοικο ……………………., οδός ………………………., αριθμός ……, (τηλ……………………………., 69……………….), προς τον οποίο και μόνο μπορείτε να κοινοποιείτε/επιδίδετε κάθε έγγραφη όχληση καθώς και προς αυτόν να απευθύνετε κάθε τηλεφωνική Σας κλήση, μη θεωρουμένων αυτών ως νομίμων αλλά στο πλαίσιο του ζήλου Σας, προκειμένου να «ενημερώσετε» περί των ληξιπροθέσμων οφειλών μου, στις οποίες ήδη σας έχω γνωρίσει προσηκόντως ότι δεν μπορώ να ανταποκριθώ.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Και με τη ρητή επιφύλαξη παντός νομίμου δικαιώματός μου, έστω και μη ρητώς αναφερομένου στο σώμα της παρούσας
ΣΑΣ ΚΑΛΩ
Όπως, από τη λήψη της παρούσας, παύσετε αμέσως και απολύτως οποιαδήποτε ενέργεια όχλησης προς εμένα καθ’ οιονδήποτε τρόπο, οποτεδήποτε από της λήψεως της παρούσας και για το μέλλον,
Όπως παύσετε αμέσως και απολύτως οποιαδήποτε ενέργεια διάθεσης των προσωπικών μου δεδομένων, που άπτονται του τραπεζικού μου απορρήτου, σε κάθε τρίτο (φυσικό η νομικό) πρόσωπο.
Όπως, από τη λήψη της παρούσας, παύσετε αμέσως και απολύτως οποιαδήποτε ενέργεια διαχείρισης των προσωπικών μου δεδομένων που άπτονται του τραπεζικού μου απορρήτου από τρίτο (φυσικό η νομικό) πρόσωπο, στο οποίο Εσείς εγχειρίσατε τα στοιχεία αυτά.
Όπως, από τη λήψη της παρούσας, ενημερώσετε εγγράφως τον πληρεξούσιο και ήδη αντίκλητο δικηγόρο μου, για τις ενέργειές Σας αυτές και να του χορηγήσετε αντίγραφα όλων των αναθέσεών Σας αλλά και των ανακλητικών Σας πράξεων, προς τρίτα (φυσικά ή νομικά) πρόσωπα με τις οποίες καταστήσατε τα τρίτα αυτά πρόσωπα, γνώστες ευαίσθητων προσωπικών μου δεδομένων, που άπτονται του τραπεζικού μου απορρήτου.
Όπως, από τη λήψη της παρούσας, ενημερώσετε εγγράφως τον πληρεξούσιο και ήδη αντίκλητο δικηγόρο μου, πότε, διατέθηκαν ευαίσθητα προσωπικά μου δεδομένα που άπτονται του τραπεζικού μου απορρήτου και σε ποια (φυσικά ή νομικά) πρόσωπα.
Όπως, από τη λήψη της παρούσας, ενημερώσετε εγγράφως τον πληρεξούσιο και ήδη αντίκλητο δικηγόρο μου, ποια (φυσικά ή νομικά) τρίτα πρόσωπα έλαβαν γνώση ευαίσθητων προσωπικών μου δεδομένων που άπτονται του τραπεζικού μου απορρήτου.
Όπως, από τη λήψη της παρούσας, ενημερώσετε εγγράφως τον πληρεξούσιο και ήδη αντίκλητο δικηγόρο μου, με ποια διαδικασία, με απόφαση τίνος και από ποιον διατέθηκαν προς τρίτους (φυσικά και νομικά πρόσωπα) ευαίσθητα προσωπικά μου δεδομένα, που άπτονται του τραπεζικού μου απορρήτου.
Όπως, από τη λήψη της παρούσας, ενημερώσετε εγγράφως τον πληρεξούσιο και ήδη αντίκλητο δικηγόρο μου, ποιες εγγυήσεις και όροι ασφαλείας τηρήθηκαν από την Τράπεζά Σας, για την προστασία των ευαίσθητων προσωπικών μου δεδομένων και ιδίως, για τη διασφάλιση του τραπεζικού μου απορρήτου.
Όπως, από τη λήψη της παρούσας, παύσετε οποιαδήποτε όχληση προς την εξωδίκως δηλούσα, για όσους λόγους αναφέρθηκαν ανωτέρω.
Αρμόδιος δικαστικός επιμελητής παραγγέλλεται να επιδώσει νόμιμα την παρούσα προς αυτόν που απευθύνεται, προς γνώση και για τις νόμιμες συνέπειες, αντιγράφοντας την ολόκληρη στην έκθεση επίδοσής του.
…………………, ……/……/2012
… εξωδίκως δηλ………
itabloid.gr